Εις τα επόμενα ασχολούμαι με την
παρουσίαση και την κριτική θεώρηση των θεολογικών ιδεών και απόψεων του
Μητροπολίτου Περγάμου και καθηγητού κ. Ιωάννου Ζηζιούλα , όπως αυτές
εκτίθενται εις το προσφάτως δημοσιευθέν βιβλίο του: «Η κτίση ως ευχαριστία, θεολογική προσέγγιση στο πρόβλημα της Οικολογίας», Αθήνα 1992.
Έναντι του θεοκεντρικού
χαρακτήρος της «παραδοσιακής» ορθοδόξου δογματικής θεολογίας, ήτις
θεολογεί με αφετηρία και βάση την εν Ιησού Χριστώ θεία αποκάλυψη, όπως
αυτή βιώνεται και διδάσκεται υπό της Ορθόδοξου Εκκλησίας, παρουσιάζει η
εις το ως άνω βιβλίο του θεολογία του κ. Ζηζιούλα (εφεξής : κ. Ζ.) εμφανή την απόκλιση προς ένα ανθρωποκεντρισμό.
Ενταύθα πρόκειται ουχί περί επί μέρους επιδράσεων εκ της δυτικής
θεολογίας, τις οποίες συναποκομίζει πας ορθόδοξος θεολόγος, θητεύσας εις
τας θεολογικάς σχολάς της Δύσεως, αλλά περί ενός νέου τρόπου
του θεολογείν στο χώρο της ορθοδόξου δογματικής θεολογίας, με ισχυρά τη
ροπή προς την φυσική, τ.έ. την φιλοσοφική, θεολογία, όστις,
εκρίθη σκόπιμο να καταστεί γνωστός ευρύτερο, προς θεολογική συζήτησιν,
αντιπαράθεση και αξιολόγηση, και ένταξη εκεί, ένθα ανήκει, δεδομένου ότι
απηχεί απόψεις ενός ουχί τυχαίου Έλληνος ορθοδόξου θεολόγου και
επισκόπου.
Οι εντός παρενθέσεως αριθμοί παραπέμπουν εις το ως άνω βιβλίο του κ. Ζ.,
για δε τις υπογραμμίσεις, επειδή δεν κατέστη δυνατόν να τηρηθεί η
δέουσα τάξη, παρακαλώ τον αναγνώστη, όπως ανατρέχει στο κείμενο προς
επαλήθευση. Οι τίτλοι των περιεχομένων της δικής μου εργασίας έχουν ως
ακολούθως:
Η Ορθοδοξία: μια μαρτυρία αποτυχημένη
Ο κ. Ζηζιούλας σπανίως διακρίνει ιδιαιτερότητας εντός του Χριστιανισμού, όπως π.χ. Ορθόδοξον Εκκλησίαν ή θεολογίαν,
λατινικήν ή προτεσταντικήν εκκλησίαν ή θεολογίαν κλπ. Συνήθως ομιλεί
περί χριστιανικής εκκλησίας, θεολογίας, παραδόσεως κλπ. Το εν σ. 57 περί
Δυτικής Εκκλησίας αναφέρεται μόνον εις το ελληνικόν κείμενον, ενώ εις
το αγγλικόν υπάρχει: the church. Ειδικώτερον περί Ορθοδοξίας αναφέρεται
μόνον εις το πρώτον κείμενον, το και παλαιότερον (1967), του βιβλίου
του.
Εις το βιβλίον του κ. Ζ.: Η κτίση ως ευχαριστία, προβάλλονται δύο θεωρίαι περί Χριστιανισμού: η μεν πρώτη αναφέρεται εις την προέλευσιν αυτού, η δε δευτέρα εις την έκπτωσιν.
1. Τον Χριστιανισμόν δέχεται ο κ. Ζ. ως σύνθεση των
δύο πολιτισμών που επεκράτησαν, κατά την εποχήν της εμφανίσεώς του,
ήτοι του Ιουδαϊκού και του ελληνικού πολιτισμού ... ο κλασσικός
Χριστιανισμός πήρε μορφή στα πλαίσια και ίσως κάτω από την επιρροή δύο πολιτισμών που έπεκράτησαν, ήτοι του Ιουδαϊκού πολιτισμού, που απετέλεσε την αφετηρία του
Χριστιανισμού, και εκ του οποίου παρέλαβε την προφητείαν, και του
ελληνικού πολιτισμού, εκ του οποίου παρέλαβε το κοσμολογικό ενδιαφέρον, ή
την κοσμολογίαν.
Εκ του συνδυασμού των δύο τούτων στοιχείων, που παίρνει αργότερα η Εκκλησία και αναπτύσσει περισσότερο, προέκυψεν
ένας νέος τύπος προφητείας: η κοσμολογική προφητεία, καθώς και η
ευχαριστιακή κοσμολογία, ήτοι η θεία Ευχαριστία. Οι δυο πολιτισμοί
(ούτοι) βρίσκονται στις ρίζες του Χριστιανισμού, η (δε) πρώτη Εκκλησία είχε να συνδυάσει δύο απόψεις: την ιουδαϊκήν και την ελληνικήν. Ακριβώς από το συνδυασμό αυτόν ο αρχαίος Χριστιανισμός ανέπτυξε την ευχαριστιακή κοσμολογία, η οποία, σαν την κοσμολογική προφητεία, θεωρεί τον κόσμο... κλπ. Η θεία Ευχαριστία, λοιπόν, αποτελεί συνδυασμόν δύο τινών:
του κοσμολογικού ενδιαφέροντος του ελληνικού πολιτισμού: Η κοσμολογία
ήταν το επίκεντρο των ενδιαφερόντων των Ελλήνων φιλοσόφων, και της
προφητείας του ιουδαϊκού πολιτισμού, διο και οι πρώτες ευχαριστιακές
ευχές της Εκκλησίας γράφτηκαν σύμφωνα με την τυπικά ιουδαϊκή λειτουργική
παράδοση. Συνοψίζοντας μπορούμε να πούμε ότι η κοσμολογική
προφητεία και η ευχαριστιακή κοσμολογία,... προέκυψαν από τη σύνθεση
της ελληνικής με την εβραϊκή σκέψη στο έδαφος του Χριστιανισμού (47 - 51).
Ο Χριστιανισμός δηλ. αποτελεί σύνθεση και συνδυασμόν θετικών μεν, αλλά ξένων και ετερόκλιτων στοιχείων δύο πολιτισμών, που επεκράτησαν, ή με άλλα λόγια: ο Χριστιανισμός είναι σύνθεση οθνείων θρησκευτικο-φιλοσοφικών ιδεών, δηλ. φαινόμενον θρησκευτικού συγκρητισμού.
Ότι δε αποδέχεται ο κ. Ζ. την θεωρίαν ταύτην ενισχύεται τούτο και εκ δύο άλλων διαπιστώσεων: Εις το βιβλίον του ουδεμίαν μνείαν ποιείται της ιδρύσεως του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας υπό του Ιησού Χριστού, ή άλλων, σχετικών, αναφορών της Καινής Διαθήκης, και το κυριώτερον: Ουδεμίαν αναφοράν κάμνει εις το μυστήριον της σαρκώσεως ή της ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού: ο Λόγος σαρξ έγένετο, δια του οποίου θεμελιούται το μοναδικον και ανεπανάληπτον του Χριστιανισμού ως θρησκευτικού γεγονότος εις την ιστορίαν της ανθρωπότητος.
Εκπλήσσει, όντως, η διαπίστωσις αυτή, ότι δηλ. ο κ. Ζ. εις ολόκληρον το βιβλίον του, ουδέ απλήν αναφοράν κάμνει
εις το θεμελιώδες τούτο θαύμα της χριστιανικής πίστεως, ήτοι εις την
σάρκωσιν του Υιού του Θεού, εάν σκεφθεί τις, ότι, άνευ του γεγονότος
τούτου, δια του οποίου έλαβε χώραν η πρόσληψις και η θέωσις του
ανθρωπίνου και, κατ' ακολουθίαν, συνόλου της κτιστής φύσεως, είναι
αδύνατος πας περί οικολογίας λόγος, τουλάχιστον εξ επόψεως της
ορθοδόξου θεολογίας. Διατί, άραγε, αποφεύγει τόσον επιμελώς ο κ. Ζ. να αναφερθεί εις το γεγονός της ενανθρωπήσεως του Υιού του Θεού; -Απλούστατα: διότι απορρίπτει το θαύμα,
όπως θα ιδώμεν εις τα επόμενα, η δε σάρκωσις του θείου Λόγου αποτελεί
το κατ' εξοχήν θαύμα του χριστιανικού Ευαγγελίου: ότε ήλθε το πλήρωμα
του χρόνου εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν Αυτού, γενόμενον εκ γυναικός....
Εν γένει εις το βιβλίον του ο κ. Ζ. αποφεύγει να αναφερθεί εις την θείαν φύσιν και ιδιότητα του Ιησού Χριστού.
Εις δύο, λίαν συντόμους αναφοράς του εξαίρει τον Ιησούν Χριστόν, ως τον
κατ' εξοχήν Άνθρωπο, ως τον άνθρωπο, τον ενωμένο με το Θεό, τον θεοποιημένο. Ο Ιησούς Χριστός είναι το πρότυπο (model,
εις το αγγλικόν κείμενον) της σωστής σχέσεως του ανθρώπου προς το
φυσικό κόσμο, ενώ παραθεωρείται εμφανώς η κάθετος ιδιότης του Ιησού
Χριστού, ως του Σωτήρος, του Λυτρωτού του κόσμου: Θεός ην εν Χριστώ,
κόσμον καταλλάσσων Εαυτώ (Β' Κορ. 5, 19), και εξαίρεται η οριζόντια αρετή Αυτού, ο ανθρωπισμός του:
το πρότυπο της σωστής σχέσεως του ανθρώπου προς το φυσικό κόσμο. Δια
τους ανωτέρω δε λόγους, φρονώ, ότι ο κ. Ζ. ουχί τυχαίως ή εκ παραδρομής
θεωρεί, ότι ο Χριστιανισμός προέκυψεν από τη σύνθεση της ελληνικής με την εβραϊκή σκέψη.
2. Η δευτέρα περί Χριστιανισμού θεωρία του κ. Ζ. αναφέρεται εις την έκπτωσιν αυτού εκ του πρωταρχικού του περιεχομένου. Εδώ αντιγράφει την περί καθολικοποιήσεως του Χριστιανισμού προτεσταντικήν θεωρίαν, κατά την οποίαν ο Χριστιανισμός, μετά μικράν τίνα περίοδον γνησίου βίου του, εξεφυλίσθη και εξέπεσεν εκ της αρχικής γνησιότητας του,
τούθ' όπερ συνέβη ήδη κατά τους χρόνους της Καινής Διαθήκης, εντεύθεν
και ο Λούθηρος ηναγκάσθη να απορρίψει εκ του κανόνος αυτής τας λεγομένας
καθολικώς επιστολάς, ως νόθας, αλλά και τινα άλλα κείμενα αυτής.
Η θεωρία, όμως, του κ. Ζ. εμφανίζει μίαν παραλλαγήν έναντι της ανωτέρω θεωρίας: Ο κ. Ζ. πρεσβεύει, ότι η Εκκλησία εξέπεσε και διεστράφη, λίαν ενωρίς, ουχί εκ πρωτογενών, χριστιανικών, στοιχείων, όπως δοξάζει η προτεσταντική περί εκπτώσεως του Χριστιανισμού θεωρία, άλλ' εκ θετικών μεν, αλλά ξένων διδασκαλιών, τας οποίας είχε προσλάβει εκ των δύο πολιτισμών, δηλ. του ιουδαϊκού και του ελληνικού. Κυρίως
η αρχαία Εκκλησία απώλεσεν εκ νέου εκ της θείας Ευχαριστίας το
κοσμολογικών ενδιαφέρον, ήτοι το ενδιαφέρον περί της σπουδαιότητας και
της αιώνιας αξίας του υλικού κόσμου, το όποιον είχεν
αφομοιώσει εκ του Ελληνισμού: στον αρχαίο Χριστιανισμό η κοσμολογία και
το ενδιαφέρον για τη φύση κατείχαν κεντρική θέση στην εκκλησιαστική συνείδηση. Αλλά το ενδιαφέρον τούτο απωλέσθη μετά τους πρώτους δύο ή τρεις αιώνες! -Με τι αντικατεστάθη; -Το ενδιαφέρον της μεταγενεστέρας Εκκλησίας απερρόφησεν η θεία Ευχαριστία, ως θυσία, ως μια τελετή αναμνήσεως της θυσίας του Χριστού.