Πέμπτη 4 Μαρτίου 2021
Γιατί ο Θεός επεμβαίνει με διακρίσεις; Γιατί άλλους τους σώζει και άλλους όχι; Μήπως τα ερμηνεύουμε όπως μάς βολεύει; δογματικη
Γιατί σε μερικούς που είναι άρρωστοι, ο Θεός κάνει θαύμα και γίνονται καλά, ενώ κάποιον άλλον που πιστεύει και ζητάει βοήθεια, ο Θεός τον αφήνει αβοήθητο; Ή αν π.χ. πέσει ένα αεροπλάνο, και ζήσει μόνο ένας, και πιστεύει στον Θεό, θα πει ότι ο Θεός τον έσωσε. Τους άλλους όμως γιατί δεν τους έσωσε; Γιατί αυτή η διαφορά στο πότε ο Θεός προστατεύει κάποιον, και πότε όχι;
Το ότι "ξέρει ο Θεός τι κάνει", αυτό είναι το πιο εύκολο να πούμε. Μήπως όμως ερμηνεύουμε κάποια πράγματα όπως θέλουμε;
1. Εύλογες απορίες
Συχνά ακούμε ανθρώπους να κάνουν τις ανωτέρω εύλογες ερωτήσεις. Όχι μόνο απίστους που θέλουν με αυτές να δικαιολογήσουν την απιστία τους, αλλά και πιστούς ανθρώπους, που ψάχνουν να βρουν νόημα στον κόσμο και στα όσα παρατηρούν.
Εκτός από τους απίστους που τα ρωτούν αυτά, ίσως να μην υπάρχει πιστός άνθρωπος που να μην έχει αναρωτηθεί γι' αυτά τα θέματα, προσπαθώντας να προσεγγίσει τις βουλές τού Υψίστου.
Πώς γίνεται στον ένα πιστό να δίνεται θεραπεία και στον άλλο όχι; Πώς γίνεται να αφήνεται κάποιος πιστός στην τύχη του, ενώ ένας άπιστος να θεραπεύεται; Γιατί σε ένα δυστύχημα να σώζεται ο ένας και ο άλλος να πεθαίνει; Γιατί ο ένας να ευημερεί και ο άλλος να βασανίζεται;
Με ποια κριτήρια τέλος πάντων, ο Θεός βούλεται τη σωτηρία ή τη θεραπεία τού ενός κι όχι και τού άλλου; Γιατί αυτές οι διακρίσεις από έναν δίκαιο Θεό;
2. Συνήθεις γενικόλογες απαντήσεις
Στις ανωτέρω ερωτήσεις, συνήθως σκεφτόμαστε ή λαμβάνουμε διάφορες, ακόμα και διαμετρικά αντίθετες απαντήσεις, όπως οι ακόλουθες:
-"Τον έσωσε ο Θεός επειδή ήταν πιστός".
-"Τον έσωσε ο Θεός για να τού δώσει πίστωση χρόνου να πιστέψει επειδή ήταν άπιστος".
-"Τον πήρε ο Θεός επειδή βρισκόταν στην αγιότερη στιγμή τής ζωής του, ώστε να λάβει καλό παράδεισο".
-"Τον εγκατέλειψε ο Θεός λόγω τής κακίας του".
-"Σώθηκε από τις προσευχές τής ευλαβούς μητέρας του".
-"Σώθηκε χάριν τών παιδιών του και τής οικογενείας του".
-"...".
Είναι προφανής βέβαια η αυθαιρεσία τέτοιων απαντήσεων, από ανθρώπους που ΔΕΝ έχουν άμεση πληροφόρηση από τον Ίδιο τον Θεό για κάποιο περιστατικό.
Είναι επίσης προφανής η ΛΟΓΙΚΗ τής κάθε μίας από τις απαντήσεις αυτές, οι οποίες δίνουν μια αυθαίρετη μεν, αλλά ικανοποιητική απάντηση για κάποιον πιστό άνθρωπο.
Παράλληλα όμως, για έναν άπιστο, η αντίθεση μεταξύ κάποιων από αυτές τις απαντήσεις μπορεί να γίνει σκανδαλιστική, οδηγώντας τον στην υπόθεση ότι "οι πιστοί τα λένε όπως τους βολεύει, για να δικαιολογούν τις αδικίες που υπάρχουν στον κόσμο, χωρίς να εκτίθεται ο θεός τους".
3. Γενικές απαντήσεις και ειδικές περιπτώσεις
Ας δούμε όμως λίγο πιο προσεκτικά κάποιες παραμέτρους τού ζητήματος, όπως το θέμα τής γενικολογίας.
Κάθε μία από τις ανωτέρω πιθανές δικαιολογίες, αν εξετασθεί από μόνη της δείχνει λογική. Και μόνο αν αντιπαρατεθεί με μία άλλη, μπορεί να δείχνει αντίθετη.
Όμως σε κάθε ξεχωριστή περίπτωση, ένας συνήθως είναι ο λόγος για τον οποίο συμβαίνει κάτι, ασχέτως αν δεν γνωρίζουμε τη σωστή απάντηση την κάθε φορά!
Και στον κόσμο έτσι δεν γίνεται; Δεν είναι όλα τα πράγματα ίδια σε κάθε περίπτωση:
Μπορεί κάποιος να κερδίζει τα χρήματά του από το εμπόριο, άλλος από την ξυλουργική, άλλος από τη δικηγορία, άλλος από τη σύνταξη... Μήπως το ότι υπάρχουν διαφορετικές αιτίες, σημαίνει ότι μισθοδοσία δεν... υπάρχει;
Μπορεί κάποιος να έχει πονοκέφαλο από προβλήματα κυκλοφορίας τού αίματος, άλλος από γρίπη, άλλος από ανοξία, άλλος από αυχενικό. Μήπως οι διαφορετικές αυτές αιτίες ενός συμπτώματος, αποτελούν αντίφαση;
Μπορεί κάποιος να νιώθει χαρούμενος από ένα τραγούδι, άλλος από ένα φαγητό και άλλος από τον έρωτα, ενώ κάποιος άλλος να νιώθει θλίψη από τις ίδιες αιτίες! Μήπως αυτό σημαίνει ότι η τροφή, τα τραγούδια και ο έρωτας είναι αντιφατικά προς την πραγματικότητα;
Και αν αυτά συμβαίνουν στον υλικό κόσμο, πόσο μάλλον στον Υπερβατικό Θεό! Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να γνωρίζει όλες τις παραμέτρους βάσει τών οποίων ο Θεός επιτρέπει κάτι να συμβεί σε κάποιον πιστό ή άπιστο.
Γενικοί κανόνες ΔΕΝ υπάρχουν. Μόνο την ημέρα τής τελικής κρίσεως θα μάθουμε γιατί συνέβη το κάθε τι στον καθένα.
Εμείς προς το παρόν μπορούμε μόνο να ΥΠΟΘΕΤΟΥΜΕ με αυθαίρετο τρόπο και με ελλειπή δεδομένα για το κάθε τι, γνωρίζοντας ότι συχνά διαφορετικές αιτίες μπορούν να έχουν το ίδιο αποτέλεσμα, όσο αντιφατικό και αν φαίνεται αυτό με την πρώτη ματιά.
Και κανένας δεν μπορεί να κατηγορήσει, κάποιον που ΥΠΟΘΕΤΕΙ πιθανά σενάρια, χωρίς να δογματίζει με βεβαιότητα, εφ' όσον δεν έχει σίγουρα ντοκουμέντα για κάτι.
4. Ένα παράδειγμα περίπλοκης θεοδικίας
Για να δείξει την περιπλοκότητα τού θέματος, το γεροντικό διηγείται το ακόλουθο παράδειγμα Θεοδικίας:
"Κάποτε ένας άγιος
γέροντας προσευχόταν στο Θεό να του αποκαλύψει το μυστήριο, γιατί
άνθρωποι δίκαιοι και ευσεβείς είναι φτωχοί και δυστυχούν και
αδικούνται, ενώ πολλοί άδικοι και αμαρτωλοί είναι πλούσιοι και
αναπαύονται, και πως ερμηνεύονται οι κρίσεις του Θεού.
Ο Θεός θέλοντας να τον πληροφορήσει, του έβαλε στην καρδιά λογισμό
να κατεβεί στον κόσμο.
Περπατώντας λοιπόν ο Γέροντας, βρέθηκε σ’ ένα δρόμο πλατύ, όπου
περνούσαν πολλοί. Εκεί υπήρχε ένα λιβάδι και μια βρύση με καθαρό
νερό. Ο αββάς, κρύφτηκε στην κουφάλα ενός δένδρου και σε λίγο, να
που περνά ένας άνθρωπος πλούσιος, που ξεπέζεψε και κάθισε να φάει.
Εκεί που αναπαυόταν,
βγάζει ένα πουγκί με εκατό φλουριά, για να τα μετρήσει.. Αφού τα
μέτρησε, νόμισε πως τα έβαλε πάλι μέσα στο ρούχο του, εκείνα όμως
έπεσαν κάτω στη γη. Σηκώθηκε λοιπόν και καβαλίκεψε το άλογο του,
αφήνοντας εκεί τα φλουριά.
Έπειτα πέρασε από εκεί άλλος οδοιπόρος, για να πιεί νερό. Βρίσκει τα
φλουριά, τα παίρνει και φεύγει γρήγορα.
Κατόπιν ήλθε άλλος φτωχός πεζοδρόμος, φορτωμένος και κουρασμένος,
και κάθισε κι αυτός να αναπαυτεί.
Ενώ έβγαζε ένα παξιμάδι για να φάει, έρχεται και ο πλούσιος και πέφτει πάνω στο φτωχό και του λέει με θυμό:
«Γρήγορα, δος μου τα φλουριά που βρήκες».
Ο φτωχός με όρκους
μεγάλους έλεγε πως δεν είδε τέτοιο πράγμα. Τότε ο πλούσιος άρχισε να
τον δέρνει με τη βίτσα του λουριού του αλόγου του και με ένα χτύπημα
τον σκότωσε. Και άρχισε να ψάχνει όλα τα ρούχα και τα πράγματα του
φτωχού, και επειδή δε βρήκε τίποτε έφυγε πολύ λυπημένος.
Ο αββάς βλέποντας όλα αυτά έκλαιγε και σπαρασσόταν η καρδιά του για
τον άδικο φόνο και παρακαλώντας τον Κύριο έλεγε: «Κύριε, ποια είναι
η βουλή Σου και πώς υπομένει αυτά η αγαθότητα Σου;
Τότε παρουσιάσθηκε Άγγελος και του είπε:
-"Μη λυπάσαι, Γέροντα, διότι όλα με τη βουλή του Θεού γίνονται, άλλα κατά παραχώρηση, άλλα για παίδευση και άλλα για οικονομία.
Μάθε, λοιπόν, ότι
αυτός που έχασε τα φλουριά είναι γείτονας εκείνου που τα βρήκε. Ο
δεύτερος είχε περιβόλι αξίας εκατό φλουριών, αυτό δε ο πλούσιος ως
πλεονέκτης που ήταν, το πήρε δικαστικώς μόνο για πενήντα φλουριά. Κι
επειδή παρακαλούσε ο φτωχός περιβολάρης το Θεό να κάνει εκδίκηση,
οικονόμησε ο Θεός έτσι και τα έδωσε διπλά, αντί πενήντα φλουριά,
εκατό.
Εκείνος δε ο άνθρωπος που φονεύτηκε άδικα, είχε κάνει φόνο, επειδή,
όμως είχε έργα χριστιανικά και θεάρεστα, θέλοντας ο Θεός να τον
σώσει και να τον καθαρίσει από την αμαρτία του φόνου, οικονόμησε να
σκοτωθεί άδικα, για να σωθεί η ψυχή του.
Αυτός δε, ο
πλεονέκτης, που έκανε το φόνο, έμελλε να κολασθεί από την πλεονεξία
του, γι αυτό τον άφησε ο Θεός να πέσει στο αμάρτημα του φόνου, για
να πονέσει η ψυχή του και να ζητήσει μετάνοια. Και να τώρα, αφήνει
τον κόσμο και πάει να γίνει μοναχός.
Λοιπόν πήγαινε τώρα στο κελί σου και μην πολυεξετάζεις τις κρίσεις
του Θεού, διότι είναι ανεξερεύνητες, και ανεξιχνίαστη η προνοητική
των πάντων του Θεού διακυβέρνηση, και δεν φθάνει ο νους και η δύναμη
της γνώσεως του ανθρώπου να κατανοήσει τα θεία μυστήρια. Γι αυτό
κάθε άνθρωπος πρέπει να λέει: «δίκαιος ει, Κύριε, και ευθείαι αι
κρίσεις Σου» και από την απόλυτη πίστη του θα σωθεί, καθώς λέγει η
Γραφή: «ο δίκαιος εκ πίστεως ζήσεται»."
Αφού άκουσε αυτά από τον άγγελο ο Αββάς, δόξαζε το Θεό".
5. Ασχολείται πράγματι ο Θεός με τις περιστάσεις μας;
Το γεγονός είναι ότι όπως είπε ο Χριστός, "δεν πέφτει ούτε σπουργίτι χωρίς το θέλημα τού Πατρός μου", και "ακόμα και οι τρίχες σας είναι μετρημένες" (Ματθαίος 10: 29,30).
Αυτό σημαίνει ότι πράγματι ο Θεός ασχολείται με τον καθένα μας. Και όχι μόνο με τον καθένα μας, αλλά και με την κάθε τρίχα μας, και με το κάθε σπουργίτι! Και με το κάθε σωματίδιο τού σύμπαντος ασχολείται, αφού Αυτός είναι όχι μόνο ο Δημιουργός, αλλά και ο Συντηρητής τού σύμπαντος.
Σημαίνει ακόμα, ότι ναι, υπάρχει λόγος για τον οποίο ο Θεός επιτρέπει να συμβεί κάτι, ή επεμβαίνει για να αποτρέψει κάτι άλλο, με διαφορετικό τρόπο κάθε φορά, ανάλογα με τις περιστάσεις.
Σημαίνει επίσης, ότι δικαίως οι πιστοί υποθέτουμε κάποιες θεωρίες για τους λόγους κάποιων καταστάσεων που υπερβαίνουν την αντίληψη και τα δεδομένα μας, και δεν είναι απλές δικαιολογίες που μάς βολεύουν.
6. Το φαινόμενο τής πεταλούδας και η πρόγνωση τού Θεού
Όμως, η παντογνωσία τού Θεού σε όλο το φάσμα τού χωροχρόνου, πέρα από τις απλές και τετριμμένες υποθέσεις που μπορεί να κάνει ο καθένας μας για το κάθε τι, έχει μία ακόμα συνέπεια στο τι μπορούμε επιπλέον να υποθέσουμε για κάποιες άλλες καταστάσεις.
Το ότι ο Θεός επιτρέπει σε κάποιον να πάθει κακό, ή σώζει κάποιον άλλο από κακό, ΔΕΝ έχει πάντοτε σχέση μόνο με τον ίδιο τον άνθρωπο, αλλά συχνά αυτό συμβαίνει χάριν κάποιων άλλων! Υπάρχουν πράγματα που συμβαίνουν ακόμα και για χάρη μελλοντικών γενεών!
Αν σκεφθούμε το "φαινόμενο τής πεταλούδας", θα συνειδητοποιήσουμε πόσο περίπλοκα είναι τα πράγματα. Μπορεί η σωτηρία κάποιου να σχετίζεται με κάποιον αγέννητο ακόμα απόγονό του! Μπορεί ο θάνατος κάποιου, να σχετίζεται με το πώς θα επηρεάσει το μέλλον τών γύρω του, εφ' όσον το κάθε τι στη γη, επηρεάζει όλους τους ανθρώπους, με αλλαγές που με την πάροδο τού χρόνου γίνονται ισχυρότερες και περισσότερες.
Ακόμα και ο θάνατος μιας μυίγας αλλάζει τη μελλοντική ιστορία, ακόμα και ποιος θα γεννηθεί. Σκεφθείτε ότι θάνατος μιας μυίγας, θα την αποτρέψει από τη γέννηση χιλιάδων απογόνων της, οι οποίοι αν γεννιόντουσαν θα γινόντουσαν τροφή σε εκατοντάδες πουλιά, θα ενοχλούσαν κάποιους ανθρώπους, και με τη σειρά τους θα άφηναν και αυτοί κάποιους άλλους απογόνους.
Σκεφθείτε ότι εξ αιτίας μιας απ' αυτές τις μυίγες θα μπορούσε να ενοχληθεί κάποιος άνθρωπος, ώστε να αλλάξει τη σειρά τών ενεργειών του, να κάνει διαφορετικά πράγματα από αυτά που θα έκανε αν δεν τον είχε ενοχλήσει η μυίγα, και να επηρεάσει με διαφορετικό τρόπο δεκάδες ή εκατοντάδες άλλους ανθρώπους καθημερινά.
Αυτοί με τη σειρά τους, θα επηρέαζαν άλλους ανθρώπους με διαφορετικό τρόπο και σε διαφορετικό χρόνο, και αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα διαφορετικά ατυχήματα ή δυστυχήματα, και γεννήσεις ή θανάτους διαφορετικών ανθρώπων!
Σε λίγες μόνο ημέρες, ο καθένας μας με τις ενέργειές του, επηρεάζει το σύνολο σχεδόν όλων τών ανθρώπων τού πλανήτη!
Έτσι γίνεται κατανοητή η επί λέξει εφαρμογή τών λόγων τού Χριστού: "Χωρίς το θέλημα τού Πατρός μου, δεν πέφτει ούτε σπουργίτι"! Επειδή το κάθε τι, το κάθε σπουργίτι, το κάθε έντομο, το κάθε σωματίδιο τού σύμπαντος, είναι προεγνωσμένο από τον Θεό, σε όλη την ακολουθία τών αλλαγών που θα προκαλέσει στο σύμπαν. Πόσω δε μάλλον, ο θάνατος ή η σωτηρία ενός ανθρώπου, τα οποία ο Θεός επιτρέπει ή ενεργεί, έχοντας το βλέμμα Του στραμμένο όχι μόνο στο "τώρα", αλλά και στο "μετά", ως το τέλος τού κόσμου, έτσι ώστε να γεννηθούν εκείνοι που Εκείνος προγνώρισε (και ΟΧΙ απλώς προόρισε), ότι είναι καλό να γεννηθούν, και η ιστορία να φθάσει σε ένα αίσιο τέλος.
Μόνο ο Θεός βλέπει όλο το χρόνο ως το τέλος του, για να γνωρίζει τι είναι το καλύτερο να συμβεί, όχι μόνο για τον καθένα, αλλά και για το σύμπαν συνολικά, όχι μόνο τώρα, αλλά και για πάντα. Και η δική μας αποσπασματική εικόνα τού κόσμου, κάθε άλλο παρά μάς δίνουν τους τελικούς λόγους που ο Θεός επιτρέπει το κάθε τι, ή επεμβαίνει για να το αποτρέψει.
Είναι τόσο μυωπικό να αποφαίνεται κάποιος με βεβαιότητα σε ζητήματα τέτοια τής βουλής τού Θεού, όσο το να περιμένει κάποιος να κατανοήσει ένα κουνούπι που κάθεται πάνω στην οθόνη, το πρόγραμμα που γράφει ένας προγραμματιστής στον υπολογιστή του.
Γι' αυτό λέμε απλώς: "Ξέρει ο Θεός τι κάνει", όσο απλοϊκό και αν φαίνεται αυτό.
7. Συμπέρασμα
Είμαι πεπεισμένος, ότι λόγω τής πρόγνωσης τού Θεού, το σύμπαν και οι περιστάσεις του ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ, αποτελούν το καλύτερο δυνατό σύμπαν που θα μπορούσε να υπάρξει για τη συνολική ευημερία, ανεξαρτήτως παροδικών για τον καθένα μας, πόνων και θλίψεων, και με δεδομένη τη διασφάλιση τής δικής μας ελευθερίας επιλογών και λαθών.
Και οι μεγαλύτερες ακόμα θλίψεις έχουν ένα τέλος, ενώ η μέλλουσα ζωή είναι αιώνια, κάτι που υπερσκελίζει κάθε πεπερασμένη αδικία, με αιώνια δικαιοσύνη.
Είναι δικαίωμα τού καθενός να επιλέξει, αν στην αβεβαιότητα τής κάθε περίστασης θα βρει αφορμές απιστίας, ή πιθανολογίες εμπιστοσύνης στον Θεό.
Κανείς από εμάς δεν δικαιολογείται να δογματίζει από μόνος του, για τον λόγο που συνέβη κάτι σε κάποιον συνάνθρωπό μας, παρά μόνο να υποθέτει, (με πιθανό πάντοτε το σφάλμα στις υποθέσεις του), μια και δεν έχει όλα τα δεδομένα τής κάθε περίπτωσης.
Η προαίρεση τού ανθρώπου είναι αυτή που όταν βρίσκεται μπροστά σε ελλειπή δεδομένα, τον οδηγεί σε έναν από τους δύο δρόμους: Είτε να δογματίζει κακοπροαίρετα ότι ο Θεός είναι άδικος ή ανύπαρκτος, είτε να βρίσκει καλοπροαίρετες πιθανές δικαιολογίες για το κάθε τι θλιβερό που δεν μπορεί να εξηγήσει.
Και την ημέρα τής κρίσης που όλα αυτά θα εξηγηθούν από τον Ίδιο τον Θεό, τότε θα κριθούν και οι κρίνοντες μυωπικά τον Θεό, κατά την προαίρεσή τους...
Τετάρτη 3 Μαρτίου 2021
Ο Όσιος Παχώμιος και οι αιρετικοί ασκητές orthodoxia.online
Κάποτε ἦλθον εἰς τὴν Μονὴν τοῦ Ὁσίου Παχωμίου μερικοὶ Ἀσκηταὶ αἱρετικοὶ καὶ παρεκάλεσαν τοὺς Μοναχοὺς τοῦ θυρωρείου νὰ διαβιβάσουν εἰς τὸν Παχώμιον τὰς ἑξῆς:
Εἴμεθα ἀπεσταλμένοι ἀπὸ τὸν ἰδικόν μας Πατέρα πρὸς τὸν Γέροντα Παχώμιον νὰ τοῦ εἴπωμεν, ἐὰν πράγματι εἶναι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ καὶ ἔχει πεποίθησιν ὅτι τὸν ἀκούει ὁ Θεὸς ἂς ἔλθῃ μαζὶ μας διὰ νὰ περάσωμεν ἔτσι ὅπως εἴμεθα τὸν ποταμόν αὐτόν, βαδίζοντες ἐπάνω εἰς τὰ ὕδατά του, ὥστε νὰ ἀντιληφθοῦν ὅλοι ἐκ τοῦ θαύματος αὐτοῦ ποῖος ἔχει μεγαλυτέραν παρρησίαν πρὸς τὸν Θεόν.
Οἱ ἀδελφοὶ ἔσπευσαν καὶ ἀνέφεραν αὐτὰ εἰς τὸν Ὅσιον Παχώμιον ὅστις μὲ ἀγανάκτησιν τοὺς εἶπεν:
Θεωρήσατε σοβαρὰ αὐτὰ τὰ πράγματα, ὥστε νὰ καταδεχθῆτε νὰ τὰ προσέξετε; δὲν ἐμάθατε ἀκόμη ὅτι αὐτὰ δὲν ἔχουν οὐδεμίαν σχέσιν μὲ τὸν Θεόν, καὶ εἶναι ξένα πρὸς τὸν Μοναχισμὸν καὶ τὸν Χριστιανισμόν;
Κατόπιν οἱ ἀδελφοὶ ὑπέβαλαν τὴν κατωτέρω ἀπορίαν πρὸς τὸν ἅγιον Παχώμιον.
Πῶς λοιπὸν εἶχον τὴν τόλμην ἐνῷ εἶναι αἱρετικοὶ καὶ ξένοι ἀπὸ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ, νὰ σὲ προσκαλέσουν εἰς τόσον ὑψηλὴν δοκιμασίαν, τὴν θαυματουργίαν αὐτήν;
Ναί, ἀκριβῶς· τὸ πρόβλημα αὐτό, τὸ νὰ ἴδωμεν δηλαδὴ ποῖος θὰ θαυματουργήσῃ καὶ νὰ συμπεράνωμεν ἐξ αὐτοῦ τὴν κρίσιν τοῦ Θεοῦ εἶναι φρόνημα αἱρετικόν.
Αὐτοὶ κατὰ παραχώρησιν ἴσως Θεοῦ, θὰ ἠδύναντο νὰ διέλθουν τὸν ποταμόν ὡς διὰ ξηρᾶς. διότι θὰ τοὺς ἐβοήθει ὁ διάβολος· καὶ θὰ τοὺς ἐβοήθει διὰ νὰ «δικαιώσῃ» τὴν πλάνην τῆς ἀσεβείας των ἐνώπιον ἐκείνων, ποὺ στηρίζονται εἰς τοιαῦτα ἐξωτερικὰ κριτήρια.
Μὲ τὸ γεγονὸς αὐτὸ τοῦ τοιούτου θαύματος θὰ ἐνισχύετο ἡ πίστις πρὸς τοὺς αἱρετικοὺς μερικῶν ποὺ ἔχουν ἀπατηθῇ ἀπὸ τὸν διάβολον.
Εἰς ἐμένα ὅμως δὲν εἶναι ἀναγκαῖον τὸ θαῦμα διὰ νὰ πιστεύσω τὴν ἀλήθειαν.
Πηγαίνετε λοιπὸν νὰ εἴπητε εἰς τοὺς δυστυχεῖς αὐτοὺς τὰ ἑξῆς:
Ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ Παχώμιος εἰς τὴν πρότασίν σας ἀπαντᾷ· ὁ ἀγών μου δὲν εἶναι πῶς νὰ περάσω τὸν ποταμόν χωρὶς νὰ βραχῶ, ἀλλὰ πῶς θὰ κατανοήσω τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ πῶς, μὲ τὴν βοήθειάν Του νὰ ἀποφύγω τὰς μεθόδους τοῦ πολυμηχάνου διαβόλου.
ΘΕΟΔΙΚΙΑ
Κρίσις τοῦ Θεοῦ περὶ τῆς ἐνοχῆς ἢ τῆς ἀθῳότητος τοῦ κατηγορουμένου, δι᾿ ὑπερφυσικῶν σημείων ἐκδηλουμένη, ἐν χρῆσει παρὰ τοῖς πρωτογόνοις λαοῖς
Ἐκτὸς τῶν ἐσωτερικῶν πειρασμῶν (ροπὴ τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴν ἁμαρτίαν, κακαὶ ἕξεις, συνήθειαι πονηραὶ κλπ.), τῶν ἐξωτερικῶν πειρασμῶν (κακὸν παράδειγμα, κακαὶ συμβουλαί) καὶ τῶν ὑπὸ τοῦ Θεοῦ ἐπαγομένων ἢ ἐπιτρεπομένων πρὸς ἀνάδειξιν τῆς ἀρετῆς τοῦ ἀνθρώπου ὑπάρχουν καὶ ἄλλου τινὸς εἴδους περιασμοί, ἐκεῖνοι τοὺς ὁποίους ἀπαγορεύει ἡ ἐντολὴ «οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου» (Δευτερ. στ´ 16). Ἐκπειράζειν τὸν Θεόν σημαίνει τὸ νὰ ὑποβάλλῃ τις τὸν Θεόν εἰς δοκιμασίαν, προκαλῶν αὐτόν νὰ φανερώσῃ μίαν ἢ περισσοτέρας τῶν ὑπερφυῶν αὐτοῦ ἰδιοτήτων κατὰ τρόπον ὑποκείμενον εἰς τὴν πεῖραν αὐτοῦ. Τοιοῦτος πειρασμὸς π.χ. εἶναι ἡ πρόκλησις τοῦ Θεοῦ, ἐκ μέρους τοῦ ἀνθρώπου, νὰ ἐνεργήσῃ θαῦμα τι, ἢ καταστροφὴν ὡς ἀπόδειξιν τῆς ὑπάρξεώς του. Ἐπίσης ἐκπειράζει τις τὸν Θεόν ὅταν ἄνευ ἀποχρῶντος λόγου ἐκθέτῃ εἰς προφανῆ κίνδυνον τὴν ἰδίαν ζωὴν ἐπὶ τῇ ἐλπίδι ὅτι ὁ Θεὸς θὰ σώσῃ αὐτόν θαυματουργικῶς (πρβλ. Ματθ. δ´ 6,7). Πᾶς τρόπος, δι᾿ οὗ πειρᾶται τις νὰ ὑποβάλῃ εἰς δοκιμασίαν τὸν Θεόν, δύναται νὰ ἐκφράζεται διὰ λόγου ἢ προσευχῆς ἢ προκλήσεως, μὲ τὴν σαφῆ πρόθεσιν νὰ βεβαιωθῇ ἐμπειρικῶς περὶ τῆς παντοδυναμίας ἢ περὶ τῆς ὑπάρξεως τοῦ Θεοῦ.
Τὸ ἐκπειράζειν τὸν Θεόν ἀποτελεῖ εἰς πᾶσαν περίπτωσιν θανάσιμον ἁμάρτημα, ὡς σαφῶς διδάσκει ἡ Ἁγ. Γραφὴ (Ἔξ. ιζ´ 7, Δευτερ. στ´ 16, Ματθ. δ´ 7, Κορ. ι´ 9). Εἶναι ἀπόδειξις ἐλλείψεως σεβασμοῦ πρὸς τὸν Θεόν, διότι εἰς τὴν πραγματικότητα τὸ νὰ ζητῶμεν ἀπὸ τὸν Θεόν νὰ ὑποβληθῇ εἰς τὴν πεῖραν ἡμῶν ἰσοδυναμεῖ πρὸς ἀσέβειαν εἰς τὸν ὑπερθετικόν βαθμόν. Τὸ ὑποβάλλειν εἰς δοκιμασίαν τὸν Θεόν εἶναι προσέτι ἔκφρασις ἐλαττωματικῆς πίστεως, ἀσταθοῦς ἐμπιστοσύνης εἰς τὸν θεῖον λόγον καὶ εἰς πλείστας περιπτώσεις νοσηρᾶς φιλοπεριεργείας. Ἐν τελευταίᾳ ἀναλύσει, τὸ ἐκπειράζειν τὸν Θεόν εἶναι ταυτόσημον πρὸς θρασύτητα, ἀσέβειαν, βλασφημίαν καὶ τοῦτ᾿ αὐτὸ πρὸς αἵρεσιν, διότι ὁ θέλων νὰ ὑποβιβάσῃ τὸν Θεόν εἰς τὴν τάξιν τῶν ἀντικειμένων, τῶν ὁποίων ἡ πειραματικὴ γνῶσις ἀποτελεῖ ἱκανοποίησιν τῆς περιεργείας αὐτοῦ, σημαίνει ὅτι ἔχει αἱρετικὴν ἀντίληψιν περὶ τῆς οὐσίας καὶ τῶν ἰδιοτήτων τοῦ Θεοῦ. Τὸ ἐκπειράζειν τὸν Θεόν κατεδίκασεν αὐτὸς ὁ Χριστὸς ὡς ἁμαρτίαν θανάσιμον, ὅταν ἐπετίμησε τὸν Σατανᾶν προτείνοντα εἰς αὐτόν νὰ βάλῃ ἑαυτὸν κάτω ἐκ τοῦ πτερυγίου τοῦ ναοῦ ἐν τῇ πεποιθήσει ὅτι ὁ Θεὸς θὰ διατάξῃ τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ νὰ ἄρουν αὐτόν εἰς τὰς χεῖρας των, ἵνα μὴ προσκόψῃ πρὸς λίθον τὸν πόδα του, εἰπὼν εἰς αὐτόν· «γέγραπται· οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου» (Ματθ. δ´ 6-7).
Ἀλλ᾿ ἡ παράκλησις πρὸς τὸν Θεόν ὅπως ἐπιδείξῃ θαυμαστῶς τὴν εὔνοιαν του πρὸς τὸν παρακαλοῦντα εἰς ὡρισμένας περιπτώσεις δὲν συνιστᾷ ἀναγκαίως πειρασμὸν τοῦ Θεοῦ. Τὸ νὰ ζητῶμεν ἀπὸ τὸν Θεόν ἐν πάσῃ ταπεινοφροσύνῃ θαυμαστόν τι σημεῖον ἐν ἐπειγούσῃ ἢ ἐξαιρετικῇ ἀνάγκῃ, ἔχοντες ἐν νῷ μόνον τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν σωτηρίαν ψυχῶν, οὐδόλως σημαίνει ὅτι ἐκπειράζομεν τὸν Θεόν. Τοῦτο εἶναι μᾶλλον πρᾶξις μαρτυροῦσα μεγάλην ἐμπιστοσύνην εἰς τὴν ἀγαθότητα καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἀντιθέτως, ὅταν τις παρακαλῃ τὸν Θεόν νὰ θεραπεύσῃ θαυματουργικῶς σοβαρὰν τινα νόσον, ἀπορρίπτῃ δὲ ἐντελῶς τὴν ἐκ τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης βοήθειαν, ὡς καὶ πᾶσαν ἐκ μέρους ἀνθρώπων δυνατὴν θεραπείαν, ἐκπειράζει τὸν Θεόν. Τέλος, ἡ παραμέλησις τῶν συνήθων μέσων καὶ τῶν ἀπαιτουμένων ἐνεργειῶν διὰ τὴν ἐκπλήρωσιν τοῦ καθήκοντος ἡμῶν νὰ προάγωμεν τὴν ἀποστολὴν ἡμῶν ὡς χριστιανῶν ἐπὶ τῇ ἐλπίδι θαυματουργικῆς ἐπεμβάσεως τοῦ Θεοῦ, συμφώνως πρὸς ἀφελῆ ἐμπιστοσύνην εἴς τινα ἀποκάλυψιν ἢ προσωπικὴν ἔμπνευσιν, δὲν ἀποτελεῖ τόσον πειρασμὸν τοῦ Θεοῦ ὅσον ἀσύγνωστον ἔνοχον δεισιδαίμονα πίστιν καὶ παραμέλησιν τοῦ καθήκοντος.
Παραβάσεις βαρύταται τῆς ἐντολῆς «οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου» ἦσαν αἱ καλούμεναι θεοδικίαι κατὰ τὸν Μεσαίωνα, αἱ στηριζόμεναι ἐπὶ τῆς ἀφελοῦς πεποιθήσεως ὅτι ὁ Θεὸς ὤφειλεν εἰς πᾶσαν περίπτωσιν νὰ ἐπεμβαίνει θαυματουργικῶς διὰ νὰ προστατεύῃ τὸν ἀθῶον, ἀποκαλύπτων τὴν ἀθωότητα αὐτοῦ, ἐὰν οἱ ἄνθρωποι ἐζήτουν τοῦτο. Κατὰ τὰς θεοδικίας ταύτας ὁ κατηγορούμενος ὑπεβάλλετο ὑπὸ τῶν δικαστῶν εἰς δοκιμασίαν τινά, ἡ ὁποία ἠδύνατο νὰ εἶναι μονομαχία μετὰ τοῦ ἀντιδίκου, ἢ ἄρσις πεπυρακτωμένου σιδήρου διὰ γυμνῶν χειρῶν, ἢ βάδισις μὲ γυμνοὺς τοὺς πόδας ἐπὶ ἀνημμένων ἀνθράκων, ἢ ἡ βύθισις τῆς χειρὸς αὐτοῦ ἐντὸς ζέοντος ὕδατος. Ἡ ἀθωότης αὐτοῦ ὑπετίθετο ὡς ἀποδειχθεῖσα ἐὰν οὗτος ἀπεδεικνύετο νικητής κατὰ τὴν μονομαχίαν, ἢ ἔμενεν ἀβλαβὴς κατὰ τὴν διὰ πυρὸς ἢ ὕδατος δοκιμασίαν.
Εἰ καὶ δύναταί τις νὰ κρίνῃ συγκαταβατικῶς πολλοὺς ἐπιβαλόντας τοιαύτας βαρβάρους δοκιμασίας ὡς πάσχοντας παχυλὴν ἄγνοιαν λόγῳ τῶν ἐπικρατουσῶν ἐσφαλμένων θρησκευτικῶν ἀντιλήψεων κατὰ τοὺς χρόνους ἐκείνους, ἀντικειμενικῶς καὶ καθ᾿ ἑαυτὰς κρινόμεναι αἱ βασανιστικαὶ αὗται δοκιμασίαι συνίστων βαρυτάτας παραβάσεις τῆς ἐντολῆς ὅπως μὴ ἐκπειράζωμεν τὸν Θεόν. Ἐπίσης αἱ κατηγορίαι ἐναντίον ἀνθρώπων δι᾿ ἐγκλήματα χωρὶς σκιᾶς τινος ἀποδείξεως περὶ τῆς ἐνοχῆς των, μεθ᾿ ὧν συνεδέοντο αἱ θεοδικίαι ἐκεῖναι, ἦσαν ἀσύγγνωστοι ἁμαρτίαι κατὰ τῆς ἀνθρωπίνης καὶ τῆς θείας δικαιοσύνης. Ἐπὶ πλέον δὲ ἡ ὑποβολὴ εἰς βασανιστήρια, δι᾿ ὧν ἐτίθετο εἰς σοβαρόν κίνδυνον ἡ σωματικὴ ἀκεραιότης καὶ ἡ ζωὴ τῶν κατηγορουμένων, ἵνα διὰ τοῦ τρόπου τούτου ἀποδειχθῇ ἡ ἀθωότης ἢ ἐνοχὴ αὐτῶν, ἦτο διπλῆ ἀδικία. Παρὰ ταῦτα, λόγῳ τῆς παχυλῆς ἀγνοίας καὶ τῶν ἐν πολλοῖς πεπλανημένων περὶ θείου ἀντιλήψεων τῶν χρόνων ἐκείνων, αἱ θεοδικίαι διετηρήθησαν ἐπὶ μακρότατον χρόνον καὶ μόνον βαθμηδὸν καὶ μετὰ πολλῆς δυσκολίας ἠδυνήθη ἡ Ἐκκλησία νὰ καταστείλῃ τὰς βαρβάρους ταύτας μεθόδους, αἵτινες ἀπετέλουν καθαρὰν διαστοφὴν τοῦ πνεύματος τῆς ἀληθοῦς θρησκείας καὶ τῶν ἀρχῶν τῆς δικαιοσύνης.
Διήγησις πάνυ ὠφέλιμος
περὶ τοῦ ὅτι δέον ὅπως παντὶ σθένει
ἀποφεύγῃ ὁ εὐσεβὴς χριστιανὸς τὸ ἐκπειράζειν τὸν Θεόν
(Θεοδικία)
Παναγιώτης Χ. Δημητρόπουλος, Ἐκ τῆς Θ.Η.Ε. τόμ.10, σελ.252-254
Τὸ ἀγωνιῶδες πρόβλημα: «Γιατί εὐτυχοῦν οἱ ἀσεβεῖς;»
Ἕνα ἀγωνιῶδες ἐρώτημα ποὺ δημιουργεῖται στὴν ψυχὴ τῶν ἀνθρώπων καὶ ἰδιαίτερα τῶν εὐσεβῶν εἶναι: «Γιατί εὐτυχοῦν οἱ ἀσεβεῖς; Πῶς ὁ δίκαιος Θεὸς ἀφήνει τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ καταπατοῦν τὸν ἅγιο νόμο Του καὶ ζοῦν, συχνὰ μάλιστα ἐπιδεικτικὰ καὶ προκλητικά, μὲ τρόπο ἀσεβὴ καὶ ἀλαζονικό, νὰ εὐημεροῦν; Ποῦ εἶναι ἡ δικαιοσύνη τοῦ σοφοῦ καὶ ἀγαθοῦ Θεοῦ;». Τέτοια ἐρωτήματα καὶ τέτοιοι προβληματισμοὶ βασανίζουν συχνὰ τοὺς θεοσεβεῖς ἀνθρώπους. Ἰδιαίτερα ὅταν διαπιστώνουν ὅτι, ὄχι σπάνια, οἱ καλοὶ καὶ δίκαιοι ὑποφέρουν στὴ ζωή. Τὸ πρόβλημα αὐτὸ τῆς σχέσεως εὐδαιμονίας καὶ ἠθικῆς σχετίζεται μὲ τὴ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καὶ ὀνομάζεται στὴ θεολογικὴ γλώσσα «θεοδικία». Στὸ ζήτημα αὐτὸ τῆς θεοδικίας τίθεται ὑπὸ κρίσιν ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος διερωτᾶται μαζὶ μὲ τὸν προφήτη Ἱερεμία: «Τί ὅτι ὁδὸς ἀσεβῶν εὐοδοῦται, εὐθήνησαν πάντες οἱ ἀθετοῦντες ἀθετήματα;» (Ἱερ. ιβ΄ 1). Μὲ ἁπλὰ λόγια: Γιατί νὰ ὑπάρχει στὸν κόσμο αὐτὸ ἡ φανερή, ἐκ πρώτης ὄψεως, ἀνοχὴ τοῦ Θεοῦ στὸ κακό; Πῶς ἀνέχεται ὁ δικαιοκρίτης Θεὸς νὰ ὑποφέρουν οἱ δικοί Του ἄνθρωποι, οἱ δὲ ὑβριστὲς καὶ βλάσφημοι τοῦ ἁγίου ὀνόματός Του νὰ εὐτυχοῦν;
Τὸ ἐρώτημα δὲν εἶναι νέο. Ἄλλωστε τὸ πρόβλημα αὐτὸ ἐξετάζει καὶ ὁ θεόπνευστος συγγραφέας τοῦ ὑπέροχου βιβλίου «Ἰώβ», μιλώντας γιὰ τὰ ὀδυνηρὰ παθήματα τοῦ δικαίου ἐκείνου, τὸν ὁποῖο ἡ Ἁγία Γραφὴ ὀνομάζει «ἀληθινόν, ἄμεμπτον, δίκαιον, θεοσεβῆ, ἀπεχόμενον ἀπὸ παντὸς πονηροῦ πράγματος» (Ἰὼβ α΄ 1).
Τὸ ἐναγώνιο αὐτὸ ἐρώτημα ἦταν ἐπίμονο στὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Διότι ἡ Παλαιὰ Διαθήκη θεωροῦσε σταθερὰ ὅτι ἡ ἀρετὴ ἔχει στενότατη σχέση μὲ τὰ ἐπίγεια ἀγαθά, γι᾿ αὐτὸ καὶ οἱ ἱεροὶ συγγραφεῖς της ἀναζητοῦσαν στὸν κόσμο αὐτὸ τὶς ποινὲς τῶν ἀσεβῶν καὶ τὰ βραβεῖα τῶν ἐναρέτων ἀνθρώπων. Ὡστόσο τὰ γεγονότα ἀνέτρεπαν συχνὰ αὐτὸ τὸ συμπέρασμα, ὥστε ἀνάγκαζαν τοὺς σοφοὺς τοῦ Ἰσραὴλ νὰ πικραίνονται καὶ νὰ διερωτῶνται: Γιατί οἱ ἀσεβεῖς ζοῦν καὶ φθάνουν σὲ πολὺ βαθὺ γῆρας καὶ περνοῦν τὴ ζωή τους μέσα στὰ πλούτη; (βλ. Ἰὼβ κα΄ [21] 7 κ.ἑξ.). Γιατί οἱ ἀσεβεῖς ἐπιτυγχάνουν στὶς ἐπιχειρήσεις καὶ στὰ σχέδιά τους; Γιατί, Κύριε, διερωτᾶται ὁ προφήτης Ἱερεμίας, ὅπως ἀναφέραμε πιὸ πάνω, εὐδοκιμοῦν καὶ εὐτυχοῦν ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ παραβαίνουν συνεχῶς καὶ συστηματικῶς τὸν ἅγιο νόμο Σου; Ἕως πότε θὰ ἀνέχεσαι τοὺς ἀσεβεῖς; (βλ. Ἱερ. ιβ΄ [12] 1 κ. ἑξ.).
Τὸ μεγάλο αὐτὸ πρόβλημα πραγματεύονται καὶ οἱ Ψαλμοὶ 36ος καὶ 48ος. Καὶ ὁ μὲν 36ος τὸ λύει λέγοντας ὅτι δὲν πρέπει νὰ φθονοῦμε τοὺς πλουσίους ποὺ ζοῦν μέσα στὴν παρανομία, καὶ νὰ θέλουμε νὰ τοὺς μιμηθοῦμε, ἔχοντας σταθερὰ ὑπ’ ὄψιν μας ὅτι ἡ εὐημερία τῶν πονηρῶν αὐτῶν ἀνθρώπων εἶναι προσωρινή. Διότι αὐτοὶ «ὡσεὶ χόρτος ταχὺ ἀποξηρανθήσονται καὶ ὡσεὶ λάχανα χλόης ταχὺ ἀποπεσοῦνται» (Ψαλ. λς΄ [36] 2)· διότι θὰ ξεραθοῦν σὰν τὸ χορτάρι καὶ θὰ μαραθοῦν γρήγορα σὰν τὸ πράσινο γρασίδι. Ὁ δὲ 48ος Ψαλμὸς τὸ λύει τονίζοντας ὅτι ὁ πλοῦτος εἶναι ἐντελῶς ἀνίσχυρος μπροστὰ στὸ θάνατο, ποὺ ἐξαφανίζει τὰ πάντα. Καὶ ὑπογραμμίζοντας τὴ μεγάλη παρηγορία ποὺ δοκιμάζουν οἱ δίκαιοι, οἱ ὁποῖοι ταλαιπωροῦνται ἀπὸ τὶς θλίψεις, διότι ἔχουν σταθερὴ πίστη καὶ βέβαιη ἐλπίδα ὅτι θὰ ἀπολαύσουν τὴν ἀτελεύτητη μακαριότητα τῆς πέραν τοῦ τάφου ζωῆς.
Ἕνας ἄλλος Ψαλμός, ὁ 72ος, προσθέτει σ᾿ αὐτὰ τὰ ἐπιχειρήματα ἕνα ἀκόμη. Τονίζει μὲν τὴν αἰώνια δυστυχία ποὺ περιμένει τοὺς ἁμαρτωλούς, οἱ ὁποῖοι εὐτυχοῦν προσωρινὰ ἐδῶ στὴ γῆ, παρουσιάζει ὅμως καὶ τὸν δίκαιο ποὺ δοκιμάζεται καὶ θλίβεται μέν, ἀλλὰ ἀπολαμβάνει τὴν ἐπικοινωνία, τὴν εὔνοια, τὴν προστασία, τὴ συμπάθεια καὶ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἔτσι ἀποζημιώνεται πλουσιοπάροχα γιὰ τὶς θλίψεις καὶ τὴν ἔλλειψη τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν ποὺ στερεῖται στὴ ζωή του.
Αὐτὸ τὸν ὑπέροχο θεόπνευστο 72ο Ψαλμὸ θὰ προσπαθήσουμε νὰ ἑρμηνεύσουμε στὴ συνέχεια καὶ νὰ ὠφεληθοῦμε ἀπὸ τὸν πλοῦτο τῶν ἁγίων διδαγμάτων τὰ ὁποῖα μᾶς προσφέρουν οἱ στίχοι του. Ἄλλωστε ὁ Ψαλμὸς αὐτὸς δίνει στὸ αἰώνιο πρόβλημα τῆς θεοδικίας λύσεις πληρέστερες τῶν ἄλλων Ψαλμῶν. Λύσεις εὐαγγελικές. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸ συμπέρασμά του εἶναι ἁγιότερο καὶ πολὺ πιὸ εὐφρόσυνο ἀπὸ ἐκεῖνο τοῦ 48ου Ψαλμοῦ. Ὁ ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης γράφει γιὰ τὸν 72ο Ψαλμό: «Ὁ Ψαλμὸς οὗτος ἀποβλέπει καὶ ἰατρεύει ἐκείνους τοὺς μικροψύχους, ὁποὺ σκανδαλίζονται διὰ τὰ ἀκατάληπτα κρίματα (=κρίσεις καὶ βουλές) τοῦ Θεοῦ, κατὰ τὸν Ἀθανάσιον καὶ τὸν Θεόδωρον, δηλαδὴ πῶς ὁ Θεὸς ὑποφέρει μὲν τοὺς κακοὺς ἀνθρώπους ὁποὺ εὐτυχοῦν, παραβλέπει δὲ τοὺς καλοὺς ἀνθρώπους ὁποὺ δυστυχοῦν! (…) Ἁρμόζει δὲ καὶ εἰς κάθε Χριστιανὸν μικρόψυχον, ἐπειδὴ καὶ παρατηρεῖ τὴν μικροψυχίαν του». Παραθέτει ἐπίσης ὁ ἅγιος Νικόδημος καὶ τὴ γνώμη τοῦ ὁσίου Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου, ὁ ὁποῖος παρατηρεῖ: Ὁ Ψαλμὸς αὐτὸς «ἐξηγεῖται τὸ ἀνώμαλον τοῦ βίου (δίνει ἑρμηνεία στὸ ἄστατο, στὸ ἄνισο, στὸ ἄτακτο τοῦ βίου), τοὺς πειρασμοὺς καὶ τοὺς ἁλισκομένους διὰ τῶν πειρασμῶν (καὶ ὅσους κυριεύονται, νικῶνται ἀπὸ τοὺς πειρασμούς) καὶ τοὺς περιγιγνομένους τῶν πειρασμῶν (καὶ ὅσους νικοῦν τοὺς πειρασμούς) διὰ τῆς ὑπομονῆς καὶ τὰς ἑκάστου ἀμοιβάς» (καὶ τὶς ἀνταμοιβὲς ποὺ ἔχει καθένας ἀπὸ αὐτούς)(*).
Ὁ 72ος Ψαλμὸς εἶναι ποίημα τοῦ Ἀσάφ, ὁ ὁποῖος ἦταν περίφημος Λευΐτης σύγχρονος τοῦ Δαβὶδ καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς τρεῖς ἀρχιμουσικοὺς ποὺ διηύθυναν τὴ μουσικὴ στὸ Ναὸ τοῦ Σολομῶντος (βλ. Α΄ Παραλ. ις΄ [16] 4-5). Ὁ Ἀσὰφ εἶχε διορισθεῖ ἀπὸ τὸν Δαβὶδ ὡς ψάλτης στὴ Σκηνὴ τοῦ Μαρτυρίου μαζὶ μὲ τὸν Αἰμὰν καὶ τὸν Αἰθάν (βλ. Α΄ Παραλ. ιε΄ [15] 16-19). Κατὰ τὴν ἡμέρα δὲ τῆς ἐγκαταστάσεως τῆς Κιβωτοῦ στὸ λόφο τῆς Σιὼν ὁ Ἀσὰφ ἔψαλε ὡς «πρωτοψάλτης» τὴν ὠδὴ ποὺ εἶχε καθορισθεῖ ἀπὸ τὸν Δαβίδ, μαζὶ μὲ τὸν Αἰμάν, τὸν Ἰδιθοὺν καὶ ἄλλους ψάλτες ποὺ εἶχαν ἐκλεγεῖ γιὰ νὰ αἰνέσουν τὸν Θεό (βλ. Α΄ Παραλ. ις΄ [16] 5-41). Στὸν Ἀσὰφ ἀποδίδεται καὶ ὁ πολὺ λυρικὸς καὶ ἐξαιρετικὰ δραματικὸς 49ος Ψαλμός, ὅπως ἐπίσης καὶ οἱ Ψαλμοὶ 73-82.
Ἀπὸ τὸ ἑπόμενο ἄρθρο θὰ χαροῦμε καὶ θὰ διδαχθοῦμε ἀπὸ τὸ πῶς ὁ Ψαλμωδὸς αὐτὸς νίκησε τὸν σκανδαλισμὸ ποὺ δοκίμασε, καθὼς ἔβλεπε τοὺς ἀσεβεῖς καὶ ἁμαρτωλοὺς νὰ εὐδοκιμοῦν καὶ νὰ εὐτυχοῦν, τοὺς δὲ δικαίους καὶ θεοσεβεῖς νὰ ὑποφέρουν καὶ νὰ δοκιμάζονται.
(*) ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ – ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΖΙΓΑΒΗΝΟΥ, Ἑρμηνεία εἰς τοὺς 150 Ψαλμοὺς τοῦ Προφητάνακτος Δαβίδ, τόμ. Β΄, ἐκδ. «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 268-269.
Τὸ πρόβλημα τῆς θεοδικίας
Τὸ πρόβλημα τῆς θεοδικίας συγκλονίζει πολλούς. Γιατί ὑποφέρει ὁ δίκαιος σ’ αὐτὴ τὴ ζωή; Γιατί εὐημερεῖ ὁ ἄδικος; Γιὰ τὸν πιστὸ δὲν μπορεῖ νὰ δοθεῖ ἀπάντηση σ’ αὐτὰ τὰ ἐρωτήματα ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν πραγματικὴ ἐλπίδα τοῦ χριστιανοῦ, ποὺ δὲν ἀναφέρεται ἀσφαλῶς στὴν ἀντιμετώπιση τῶν δυσχεριῶν αὐτῆς τῆς ζωῆς.
Τονίζοντας τὴν ἐλπίδα αὐτὴ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὑπογραμμίζει: Ἐὰν μόνον διὰ τὴν ζωὴν αὐτὴν ἔχομεν ἐλπίσει εἰς τὸν Χριστόν, τότε εἴμεθα οἱ πιὸ ἀξιολύπητοι ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους… ἀλλὰ ὁ Χριστὸς πραγματικὰ ἀναστήθηκε ἐκ νεκρῶν καὶ ἔγινε ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων… ὅλοι θὰ ζωοποιηθοῦν ἐν τῷ Χριστῷ, ὁ καθένας εἰς τὴν ἰδίαν τάξιν του.
Ἡ ἀρχὴ εἶναι ὁ Χριστός, ἔπειτα, κατὰ τὴν παρουσίαν του, ὅσοι εἶναι τοῦ Χριστοῦ μετὰ ἔρχεται τὸ τέλος… ὁ τελευταῖος ἐχθρὸς ποὺ θὰ καταργηθεῖ εἶναι ὁ θάνατος (Α Κορ. ιε, 19-26).
Οἱ θλίψεις στὴ ζωή μας δὲν εἶναι ἡ τελικὴ ἔκβαση τῶν πραγμάτων, γιατί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι πραγματικότης καὶ ἡ τελικὴ νίκη κατὰ τῶν θλίψεων καὶ τοῦ θανάτου εἶναι γιὰ τὸν πιστὸ βεβαιότητα. Εἴμαστε χριστιανοὶ ὄχι ἀποβλέποντες σ’ αὐτὴ τὴ ζωή, ἀλλὰ στὴν Ἀνάσταση. Ἑπομένως δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ δώσει ἀπάντηση στὸ πρόβλημα τῆς θεοδικίας μὲ βάση τὴ χριστιανικὴ πίστη, ἀνεξάρτητη ἀπὸ τὴ χριστιανικὴ ἐλπίδα.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει πὼς μεταξὺ δύο πονηρῶν ὁ ἕνας τιμωρεῖται σ’ αὐτὴ τὴ ζωὴ ἐνῶ ὁ ἄλλος ἀντίθετα εὐδαιμονεῖ. Καὶ μεταξὺ δύο εὐσεβῶν ἀνθρώπων συμβαίνει κάτι ἀνάλογο. Ὁ ἕνας ἀπολαμβάνει πλούσια τὰ ἀγαθὰ τῆς ζωῆς, ἐνῶ ὁ ἄλλος δοκιμάζεται. Ὅλα αὐτά, λέγει, εἶναι ἔργο τῆς προνοίας τοῦ Θεοῦ.
Ἐὰν ἀνομίαις παρατηρήσῃς, Κύριε, Κύριε, τὶς ὑποστήσεται; ἂν λάβεις ὑπ’ ὄψιν σου τὶς ἀνομίες, ποιὸς θὰ ἀντέξει; (Ψαλμ. ρκθ/ρλ 3). Ἂν ὁ Θεὸς τιμωροῦσε ὅλους, γιὰ ὅλα τὰ ἁμαρτήματα, θὰ εἶχε πρὸ πολλοῦ ἐξαφανιστεῖ τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων καὶ δὲν θὰ διατηροῦσε τὴ συνέχειά του, σχολιάζει ὁ ἴδιος πατέρας τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐὰν ἡ ζωὴ περιοριζόταν μόνο στὸν παρόντα κόσμο, δὲν θὰ ἐπέτρεπε ὁ Θεὸς ποτέ, νὰ μὴ λάβουν ἀμοιβὴ ἐκεῖνοι ποὺ ἔπαθαν τόσο μεγάλα καὶ πολλὰ κακὰ καὶ περνοῦν ὁλόκληρον τὴν ζωὴν των μὲ πειρασμοὺς καὶ ἀναριθμήτους κινδύνους. Εἶναι φανερὸν ὅτι καλυτέραν καὶ λαμπροτέραν ἄλλην ζωὴν ἠτοίμασε, κατὰ τὴν ὁποίαν μέλλει νὰ στεφανώνη καὶ νὰ ἀνακηρύττη νικητὰς τοὺς ἀθλητὰς τῆς εὐσεβείας, ἐνώπιον ὅλου τοῦ κόσμου.
Γι’ αὐτὸ ὁ Θεὸς ἔκανε τὴ ζωὴ μας κοπιαστική, γιὰ νὰ ἐπιθυμήσουμε τὰ μέλλοντα ἀγαθὰ ἐξαιτίας τῶν ἐδῶ θλίψεων, λέγει σὲ ἄλλο σημεῖο ὁ Χρυσόστομος. Ἂν τώρα ποὺ μᾶς περιστοιχίζουν τόσα δυσάρεστα εἴμαστε τόσο προσκολλημένοι σ’ αὐτὴ τὴ ζωή, πότε θὰ ἐπιθυμούσαμε τὰ μέλλοντα, ἂν ἡ ζωὴ μας ἦταν χωρὶς καθόλου λύπες;
Γιὰ ὅσους δυσανασχετοῦν γιὰ τὶς θλίψεις, οἱ πατέρες γνωρίζουν μία συνταγὴ νὰ μὴ θεωροῦν συνεχῶς τὰ λυπηρὰ καὶ νὰ μὴ ἀφοσιώνονται στὰ παροδικὰ πράγματα τῆς ζωῆς αὐτῆς νὰ περιφέρουν τὸ βλέμμα τους στὴ θεωρία τῶν ἀληθινῶν ἀγαθῶν, ὅπως ἀκριβῶς κάνουν ἐκεῖνοι ποὺ εἶναι ἄρρωστοι στὰ μάτια ἀποφεύγουν νὰ κοιτάζουν λαμπερὰ ἀντικείμενα (Μ. Βασίλειος).
Μπροστὰ σ’ αὐτὸ τὸ μεγάλο ταξείδι γιὰ τὸν οὐρανό, εἶναι ντροπὴ νὰ ἐνοχλεῖται κανεὶς μὲ τὶς δυσκολίες ποὺ ὑπάρχουν στὸ δρόμο του, λέγει ὁ Χρυσόστομος. Διότι καὶ ἐὰν συνεκεντρώνοντο ὅλα τὰ δεινὰ ποὺ ὑφίστανται οἱ ἄνθρωποι, εἴτε λοιδορίαι, εἴτε ὕβρεις, εἴτε ἀτιμίαι, εἴτε συκοφαντίαι, εἴτε ξίφος, εἴτε πῦρ, εἴτε ἁλυσίδες καὶ θηρία καὶ καταποντισμοὶ καὶ ὅσα ἀπὸ κτίσεως κόσμου ὁ παρὼν βίος ἐδοκίμασε κακά, δὲν θὰ περιγελάσης ὅλα αὐτά, εἰπέ μου, καὶ δὲν θὰ τὰ καταφρονήσης; Θὰ σκεφθῆς λοιπὸν αὐτά;
Οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἀπαριθμοῦν διάφορες αἰτίες, γιὰ τὶς ὁποῖες ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει τὶς θλίψεις στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ζωὴ αὐτὴ εἶναι μέσο δοκιμασίας, πειρατήριον, ἀναφέρεται στὸ βιβλίο τοῦ Ἰὼβ (ζ, 1) στάδιο ἀθλήσεως γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Οἱ θλίψεις καὶ γενικὰ οἱ πειρασμοὶ στὴ ζωὴ εἶναι τὰ ὄργανα αὐτῆς τῆς ἀθλήσεως. Ἀγαθὸν μοι ὅτι ἐπείρασάς με, ὅπως ἂν μάθω τὰ δικαιώματά σου, λέγει ὁ ψαλμωδὸς (Ψαλμ. ριη/ριθ 7). Αὐτὸ εἶναι τὸ γνώρισμα τῶν συνετῶν, λέγει ἕνας πατέρας τῆς Ἐκκλησίας: λέγοντας τὴ φράση αὐτή, διαπαιδαγωγοῦνται ἀπὸ τὶς συμφορὲς καὶ καθαρίζονται ὅπως τὸ χρυσάφι, γιατί ἡ ταλαιπωρία γεννᾶ τὴν γνῶσιν τῶν προσταγμάτων τοῦ Θεοῦ. Τὰ γενναῖα φρονήματα, λέγει σὲ ἄλλο σημεῖο, συνηθίζουν νὰ ἀντιδροῦν ἐναντίον τῆς διὰ τῆς βίας ἐπιβουλῆς, ὅπως ἀντιδρᾶ ἡ φλόγα ὅταν προσβάλλεται ἀπὸ τὸν ἄνεμο καὶ ἀνάπτει τόσο περισσότερο, ὅσο δυνατώτερα φυσᾶται.
Οἱ θλίψεις λοιπὸν εἶναι ἀπαραίτητες γιὰ τοὺς ἀθλητὲς τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς προειδοποίησε: Στὸν κόσμο σᾶς περιμένει θλίψι, ἀλλὰ ἔχετε θάρρος, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον (Ἰω. ιστ, 33). Ὅλοι ὅσοι θέλουν νὰ ζοῦν μὲ εὐσέβεια ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ θὰ διωχθοῦν (Β Τιμ. γ 12). Οἱ δοκιμασίες στὴ ζωή, λέγουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, συντελοῦν στὸ νὰ γνωρίσει ὁ ἄνθρωπος τὴν ἀδυναμία του καὶ νὰ ταπεινωθεῖ προφυλάσσοντας τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὸ λογισμὸ τῆς ὑψηλοφροσύνης.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔλαβε ἰδιαίτερα χαρίσματα ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ὅμως ἐβασανίζετο ἀπὸ ἕνα ἀγκάθι στὸ σῶμα του, γιὰ τὸ ὁποῖο τρεῖς φορὲς παρακάλεσε τὸν Θεό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ πάρει τὴν ἀπάντηση: Σοῦ ἀρκεῖ ἡ χάρις μου, διότι ἡ δύναμίς μου φανερώνεται τέλεια ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει ἀδυναμία· ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται. Ὁ ἴδιος προσθέτει: Καὶ διὰ νὰ μὴ ὑπερηφανεύομαι διὰ τὰς πολλὰς ἀποκαλύψεις, μοῦ δόθηκε σκόλοψ τὴ σαρκί μου, ἕνας ἄγγελος τοῦ Σατανᾶ, διὰ νὰ μὲ ραπίζη, διὰ νὰ μὴ ὑπερηφανεύομαι (Β Κορ. Ιβ, 79).
Ὁ πιστὸς δὲν θέτει τὸ ἐρώτημα, γιατί αὐτὸς ὑποφέρει καὶ ἐκεῖνος εὐτυχεῖ στὴ ζωή, ἐπειδὴ τὸ ἀξιολογικὸ κριτήριο εἶναι διαφορετικό. Ἡ σκέψη του συγκεντρώνεται στὸ λόγο τῆς Γραφῆς: Παιδί μου μὴ περιφρονήσης τὴν διαπαιδαγώγησιν τοῦ Κυρίου καὶ μὴ χάσης τὸ θάρρος σου, ὅταν ἐλέγχεσαι ἀπὸ αὐτόν, διότι ἐκεῖνον ποὺ ἀγαπᾶ ὁ Κύριος τὸν παιδαγωγεῖ, καὶ μαστιγώνει κάθε παιδί, τὸ ὁποῖον δέχεται. Ὑπομείνατε τὴν διαπαιδαγώγησίν σας.
Ὁ Κύριος ἀφήνει τὸν δοῦλο του νὰ παλεύη ἐνῶ τὸν προσέχει ὁ ἴδιος ἀπὸ κοντά, ὅπως πρόσεχε καὶ τὸν Μ. Ἀντώνιο, ὅταν πάλευε μὲ τὰ δαιμόνια. Κατοικοῦσε μέσα σ’ ἕνα μνῆμα κι ἐκεῖ τὸν ἔδειραν οἱ δαίμονες μέχρι ποὺ ἔμεινε ἀναίσθητος. Ὁ φίλος του ποὺ τὸν ὑπηρετοῦσε τὸν μετέφερε στὸ Κυριακό τοῦ χωριοῦ. Τὴν νύχτα, ὅταν ὁ Ἀντώνιος ξαναβρῆκε τὶς αἰσθήσεις του, παρακαλοῦσε τὸ φίλο του νὰ τὸν ξαναπάη πίσω στὸ μνῆμα. Ἄρρωστος βαρειὰ ὁ ὅσιος δὲν μποροῦσε νὰ σταθῆ στὰ πόδια του καὶ προσευχόταν ξαπλωμένος. Τότε δέχτηκε νέα σκληρὴ ἐπίθεση τῶν δαιμόνων καὶ ὑπέφερε πολὺ σὲ μία στιγμὴ ἀνέβλεψε, εἶδε φῶς καὶ τότε κατάλαβε πὼς εἶχε ἔλθει ὁ Κύριος μέσα στὸ φῶς, καὶ τοῦ εἶπε: Ποῦ ἤσουν; Γιατί δὲν φάνηκες ἀπὸ τὴν ἀρχή, γιὰ νὰ πάψης τὰ βάσανά μου; Καὶ ὁ Κύριος τοῦ ἀποκρίθηκε: Ἐδῶ ἤμουν, Ἀντώνιε, ἀλλὰ περίμενα νὰ δῶ τὰ ἀγωνίσματά σου.
Ἔτσι κι ἐμεῖς πρέπει νὰ θυμόμαστε πάντοτε πὼς ὁ Κύριος παρακολουθεῖ τὸν ἀγώνα μας κατὰ τοῦ ἐχθροῦ καὶ γι’ αὐτὸ νὰ μὴ φοβόμαστε, ἔστω καὶ ἂν μᾶς ἐπιτεθῆ ὅλος ὁ Ἅδης, ἀλλὰ νὰ εἴμαστε ἀνδρεῖοι (π. Σωφρόνιος).
Ταπεινώσου καὶ θὰ δῆς πὼς ὅλες οἱ δυστυχίες σου θὰ μετατραποῦν σὲ ἀνάπαυση, ἔτσι ποὺ σὺ ὁ ἴδιος ἔκπληκτος θὰ λές: Γιατί βασανιζόμουν καὶ στενοχωριόμουν τόσο πολὺ πιὸ πρίν; Τώρα ὅμως χαίρεσαι, γιατί ἔχεις ταπεινωθῆ καὶ ἦλθε ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Τώρα, κι ἂν ἀκόμη μείνης μόνον ἐσὺ πτωχὸς στὸν κόσμο, δὲν θὰ σὲ ἐγκαταλείψει ἡ χαρά. Γιατί δέχθηκες στὴν ψυχή σου ἐκείνη τὴν εἰρήνη γιὰ τὴν ὁποία λέει ὁ Κύριος εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν, (Ἰω. ιδ 27). Ἔτσι δίνει ὁ Κύριος σὲ κάθε ταπεινὴ ψυχὴ τὴν εἰρήνη Του, ποὺ ξεπερνᾶ τὰ ὅρια τοῦ νοῦ.
Εἶπε ὁ Ἀββᾶς Ποιμὴν γιὰ τὸν Ἀββᾶ Ἰωάννη τὸν Κολοβό, ὅτι παρακάλεσε τὸν Θεὸ καὶ σηκώθηκαν τὰ πάθη ἀπ’ αὐτὸν καὶ ἔγινε ἀμέριμνος. Καὶ πῆγε σ’ ἕνα γέροντα καὶ τοῦ εἶπε: Βλέπω τὸν ἑαυτό μου νὰ ἀναπαύεται καὶ νὰ μὴν ἔχη κανένα πόλεμο. Καὶ τοῦ λέγει ὁ γέρων: Πήγαινε παρακάλεσε τὸν Θεὸ νὰ σοῦ ξαναφέρη τὸν πόλεμο, καθὼς καὶ τὴ συντριβὴ καὶ τὴν ταπείνωση ποὺ εἶχες πρῶτα. Γιατί μέσ’ ἀπὸ τοὺς πολέμους προοδεύει ἡ ψυχή. Παρακάλεσε λοιπὸν καὶ σὰν ἦλθε ὁ πόλεμος ποτὲ δὲν ξαναζήτησε πλέον νὰ ἀπαλλαγῆ ἀπ’ αὐτόν. Ἀλλὰ ἔλεγε: Δόσε μου, Κύριε, ὑπομονὴ στοὺς πειρασμοὺς (Ἀπὸ τὸ Γεροντικό).
Ἡ διδαχὴ αὐτὴ γιὰ τοὺς γενναίους ἀθλητὲς τῶν θλίψεων κηρύττεται ὁμόφωνα ἀπὸ τοὺς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Κανένας ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ ἀδικήση ἕνα πιστό. Ὁ μόνος ποὺ μπορεῖ νὰ τὸν ἀδικήσει εἶναι ὁ ἴδιος ὁ ἐαυτός του, τονίζει ὁ Χρυσόστομος. Ἂν ὁ ἴδιος δὲν ἀδικήσει τὸν ἑαυτό του, δὲν θὰ μπορέσει κανεὶς νὰ τὸ κάνει καὶ ἂν ἀκόμη ὁλόκληρος ἡ οἰκουμένη ἐγείρη ἐναντίον του σκληρὸν πόλεμον. Ἂν κάποιος οἰκοδομήσει τὴν οἰκία του ἐπὶ τὴν πέτραν, δὲν ἔχει νὰ φοβηθῆ οὔτε τὴ βροχή, οὔτε τοὺς ποταμούς, οὔτε τοὺς σφοδροὺς ἀνέμους· τεθεμελίωτο γὰρ ἐπὶ τὴν πέτραν. Ἀντίθετα ἡ οἰκοδομὴ τοῦ ἄλλου γκρεμίστηκε, ὄχι ἐξαιτίας τῆς βροχῆς, τῶν ποταμῶν ἢ τῶν ἀνέμων, ἀλλὰ ἐπειδὴ ὁ ἴδιος τὴν θεμελίωσε πάνω στὴν ἄμμο (Ματθ. ζ 24-27).
Διότι τί ἐπροξένησε ἡ ἀσθένεια εἰς τὸν πτωχὸν Λάζαρον; Τί δὲ ἡ ἔλλειψις προστατῶν; Τί ἡ ἔφοδος τῶν σκύλων; Ἡ γειτονία του πρὸς τὸν πλούσιον; Καὶ εἰς τί ἐζημίωσε τὸν ἀθλητὴν τοῦτον ἡ μεγάλη πολυτέλεια καὶ ὑπερηφάνεια καὶ ἡ ἠθικὴ φαυλότης ἐκείνου; Μήπως τὸν κατέστησεν ἀσθενέστερον διὰ τοὺς ὑπὲρ τῆς ἀρετῆς ἀγῶνας; Καὶ τί ἔβλαψεν τὴν ψυχικήν του δύναμιν; Πουθενὰ τίποτε. Ἀντίθετα ὅλα αὐτὰ ἦταν πρόσθετος λόγος δόξης, διότι δὲν ἐστεφανώνετο μόνον διὰ τὴν πτωχείαν του, οὔτε διὰ τὴν πεῖναν, οὔτε διὰ τὰς πληγάς, οὔτε διὰ τὰς γλῶσσας τῶν σκύλων ἀλλὰ διὰ τὸ ὅτι ἐνῶ εἶχε τοιοῦτον γείτονα, καὶ ἐνῶ κάθε ἡμέραν ἐβλέπετο ἀπὸ αὐτὸν καὶ περιφρονεῖτο διαρκῶς, μὲ γενναιότητα καὶ μὲ πολλὴν καρτερίαν ὑπέμεινε τὸν πειρασμὸν τοῦτον, ὁ ὁποῖος ὄχι ὀλίγον, ἀλλὰ πάρα πολὺ ἔκαιε τὴν πενίαν καὶ τὴν ἐγκατάλειψίν του.
Διότι τί ἠμπορεῖ νὰ κάμη εἰς τὸν γενναῖον ἄνδρα διὰ νὰ τὸν ρίψη εἰς τὴν λύπην; θὰ τοῦ ἀφαιρέση χρήματα; Ὅμως ἔχει πλοῦτον εἰς τὸν οὐρανόν. Θὰ τὸν ἐκδιώξη ἀπὸ τὴν πατρίδα του; Ὅμως θὰ τὸν στείλη εἰς τὴν ἄνω πατρίδα. Θὰ τὸν δέση μὲ δεσμά; Ὅμως ἔχει τὴν συνείδησίν του ἐλευθέραν καὶ δὲν αἰσθάνεται τὰ ἐξωτερικὰ δεσμά. Θὰ τὸν φονεύση; Ὅμως πάλιν θ’ ἀναστηθῆ. Καὶ ὅπως ἐκεῖνος ποὺ κτυπᾶ τὴν σκιὰν καὶ δέρνει ἀέρα κανένα δὲν θὰ ἠμπορέση νὰ κτυπήση, ἔτσι κι ἐκεῖνος ποὺ πολεμάει τὸν δίκαιον ἄνθρωπον ματαιοπονεῖ μόνον καὶ καταναλίσκει τὴν δύναμίν του καὶ εἰς ἐκεῖνον οὐδεμίαν πληγὴν θὰ ἠμπορέση νὰ ἐπιφέρη.
Τὴν ἴδιαν διδαχὴ προβάλλει καὶ ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Ἂς μὴ γίνουμε πονηροὶ δοῦλοι, λέγει, οἱ ὁποῖοι δοξολογοῦν τὸν Κύριο ὅταν τοὺς εὐεργετεῖ καὶ δὲν τὸν πλησιάζουν ὅταν τοὺς τιμωρεῖ ἂν καὶ πολλὰς φορὰς ὁ πόνος εἶναι καλύτερος ἀπὸ τὴν ὑγείαν, ἡ ἐγκαρτέρησις εἰς τὰς θλίψεις ἀπὸ τὴν ἔλλειψιν τῶν θλίψεων, ἡ ἐξονυχιστικὴ ἔρευνα ἀπὸ τὴν ἀμέλεια καὶ ἡ μετάνοια ἀπὸ τὴν συγχώρησιν. Θὰ τὸ εἴπω μὲ συντομίαν: Δὲν πρέπει οὔτε νὰ ἀπελπιζόμεθα διὰ τὰς συμφοράς, οὔτε νὰ ὑπερηφανευόμεθα διὰ τὴν ἀφθονίαν.
Γιὰ τὸ ἴδιο θέμα μιλοῦν καὶ οἱ Ἀσκητικοὶ πατέρες. Ἔτσι ὁ Ἰσαὰκ ὁ Σύρος ἀναφέρει πὼς ἂν ὁ πόθος τοῦ Χριστοῦ δὲν νικᾶ μὲ τέτοιον τρόπο μέσα στὸν πιστό, ὥστε νὰ μένει ἀπαθὴς στὶς θλίψεις του, τότε πρέπει νὰ γνωρίζει πὼς ὁ πόθος τοῦ κόσμου ὑπερτερεῖ τοῦ πόθου τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὅταν ἡ ἀρρώστια, ἡ φτώχεια, ὁ ἀφανισμὸς τοῦ σώματος καὶ τὰ ἄλλα κακὰ ταράσσουν τὸ λογισμό του καὶ τοῦ ἀφαιροῦν τὴ χαρὰ ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν ἐλπίδα πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ἀπὸ τὴ φροντίδα κατὰ Θεόν, τότε πρέπει νὰ γνωρίζει πὼς μέσα του ζεῖ ἡ ἀγάπη τοῦ σώματος καὶ ὄχι ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.
Γίνεσθε μιμηταί μου, καθὼς ἐγὼ εἶμαι μιμητὴς τοῦ Χριστοῦ, λέγει ὁ Ἀπόστολος (Α Κορ. ια 1) καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο προσθέτει: ἐγὼ γὰρ τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματί μου βαστάζω (Γαλ. στ, 17). Σ’ αὐτοὺς ποὺ γνωρίζουν τὸν πόθο τοῦ Χριστοῦ, λέγει ὁ Χρυσόστομος, τὸ νὰ κακοποιηθοῦν γιὰ χάρη Του θεωρεῖται τὸ πιὸ ἀξιομακάριστον ἀπὸ ὅλα.
Ὁ ἀνόητος ἄνθρωπος δὲν ἀποδέχεται τὰ φάρμακα τοῦ Θεοῦ καὶ ζητάει ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ ἐπέμβει στὴ ζωή του, ὅπως ὁ ἴδιος θέλει καὶ ὄχι ὅπως κρίνει ὁ μεγάλος ἰατρὸς τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου ὅτι συμφέρει. Γι’ αὐτὸ δείχνει ἀδιαφορία καὶ κυριεύεται ἀπὸ ἀνησυχία καὶ ἄλλοτε πολεμεῖ μὲ πεῖσμα τοὺς ἀνθρώπους, ἄλλοτε δὲ βλασφημεῖ πρὸς τὸν Θεὸ καὶ μὲ τὸν τρόπο λοιπὸν αὐτὸ καὶ τὴν ἀγνωμοσύνη του δείχνει, καὶ παρηγοριὰ δὲν βρίσκει (Μάξιμος ὁμολογ.).
Ὅποιος σκέπτεται πὼς ὁ πειρασμὸς παρουσιάστηκε γιὰ κάτι καλό, γιὰ τὴ διαπαιδαγώγησή του, γιὰ τὴν ἐξάλειψη ἁμαρτιῶν, γιὰ νὰ ἐμποδίσει μελλοντικὰ ἁμαρτήματα, δὲν ἀγανακτεῖ, ἀλλὰ ἀποβλέπει στὸν Θεὸ καὶ τὸν εὐχαριστεῖ γιατί παρεχώρησε τὸν πειρασμό. Δέχεται πρόθυμα τὴν παιδαγωγικὴ τιμωρία, ὅπως ὁ Δαβὶδ (Β Βασιλ./Β Σαμ. ιστ 10) ἢ ὁ Ἰὼβ (Ἰὼβ β, 10).
Ἂς μὴ δυσφοροῦμε λοιπὸν διὰ τὰ παρόντα κακὰ διότι ἐὰν ἔχεις ἁμαρτίας, ἐξαφανίζονται καὶ κατακαίονται εὔκολα ἀπὸ τὴν θλίψιν ἐὰν δὲ ἔχης ἀρετὴν γίνεσαι λαμπρὸς καὶ φαιδρὸς ἀπὸ αὐτήν. Διότι ἐὰν διαρκῶς ἀγρυπνῆς καὶ εἶσαι νηφάλιος θὰ εἶσαι ἀνώτερος ἀπὸ κάθε βλάβην. Διότι δὲν εἶναι αἰτία τῶν ἠθικῶν πτώσεων ἡ φύσις τῶν πειρασμῶν, ἀλλὰ ἡ ἀμέλεια αὐτῶν ποὺ πειράζονται (ἱ. Χρυσόστομος).
Συμπερασματικὰ ἀναφέρουμε πὼς οἱ δυσχέρειες σ’ αὐτὴ τὴ ζωή, οἱ λεγόμενες κακώσεις ἢ τὸ φυσικὸ κακὸ δὲν ἀποτελοῦν τὴν τελικὴ ἔκβαση. Εἶναι ἁπλῶς ἐμπόδια στὸ δρόμο τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴν τελικὴ πραγματικότητα, χρήσιμα νὰ τὸν γυμνάσουν καὶ νὰ τὸν ἀναδείξουν ἀθλητὴ τοῦ Χριστοῦ.
Ἂν οἱ κακώσεις ἐπιβληθοῦν στὸν πιστὸ καὶ περνώντας μέσα ἀπὸ αὐτὲς συνεχίσει ἀτάραχος τὸ δρόμο του προσηλώνοντας τὰ μάτια του στὸ σκοπό, χαρακτηρίζονται στίγματα τοῦ Κυρίου ποὺ βαστάζονται ἀπὸ τοὺς πιστοὺς μὲ χαρὰ καὶ λογίζονται ἀπὸ αὐτοὺς καύχημα. Οἱ ταλαιπωρίες στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ἀποτελοῦν δόξα γιὰ τὸν πνευματικὸ ἀθλητὴ καὶ χαρίζουν σ αὐτὸν παρρησία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Κύριος εἶναι καὶ μένει πάντοτε στοργικὸς πατέρας, δὲν ἐγκαταλείπει ποτὲ τὰ παιδιά του καὶ δὲν ἐπιτρέπει νὰ δοκιμαστοῦν πάνω ἀπὸ τὴ δύναμή τους, ἀκόμη καὶ ἂν νομίσει κανεὶς πὼς ἐγκαταλείφθηκε ἐντελῶς ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ… Ὁ Κύριος βρίσκεται κοντά του καὶ ἐπεμβαίνει ὅταν χρειασθεῖ.
Τὸ πρόβλημα τῆς θεοδικίας δὲν ὑφίσταται γιὰ ἕνα πιστό, ποὺ βαδίζει συνειδητὰ τὸ δρόμο του, μὲ κατεύθυνση τὴν Ἀνάσταση, τὴν ἀφθαρσία καὶ τὴν ἀθανασία, τὴν ἐπιστροφὴ στὴν κοινωνία μετὰ τοῦ Θεοῦ καὶ στὴ μία φύση, δηλαδὴ στὴ βασιλεία τῆς εἰρήνης, τῆς δικαιοσύνης, τῆς ἁρμονίας, τῆς Ἀγάπης στὴν ἐπιστροφὴ στὸ κατ’ εἰκόνα καὶ στὴν πραγμάτωση τοῦ καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ. Κάθε πιστὸς γνωρίζει πὼς ἡ σημερινὴ κατάσταση, ὅσο ἀπαράδεκτη καὶ ἂν εἶναι, δὲν ἀποτελεῖ τὴν τελικὴ ἔκβαση τοῦ ἀγῶνος, δὲν εἶναι ἡ αἰώνια πραγματικότης.
Γιὰ τοὺς Ἀθλητὲς τοῦ Χριστοῦ οἱ κακώσεις εἶναι πλοῦτος καὶ γιὰ τοὺς ἀμελεῖς βοηθός, ποὺ τοὺς προφυλάσσει ἀπὸ τὰ βλαβερά, ἐνῶ ἐκείνους ποὺ βρίσκονται μακρυὰ ἀπὸ τὸ Θεὸ τοὺς διευκολύνει νὰ ἐπιστρέψουν. Σὲ κάθε λοιπὸν περίπτωση, στὸ κέντρο βρίσκεται τὸ συμφέρον τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι ἐκδικητής, ἀλλὰ στοργικὸς πατέρας καὶ πνευματικὸς γιατρός. Ποτὲ κανεὶς δὲν θὰ μποροῦσε νὰ κατηγορήσει τὸ γιατρὸ γιὰ τὶς κακώσεις στὶς ὁποῖες ὑποβάλλει τὸν ἀσθενῆ του δὲν εἶναι ὁ ἀσθενὴς ὁ ἐχθρός του γιατροῦ, ἀλλὰ ἡ ἀσθένεια. Αὐτὴ εἶναι ἡ αἰτία, ὄχι ὁ γιατρός. Ὅπως καὶ ὅταν φυσήξει ἄνεμος, πέφτει μόνο τὸ σπίτι ποὺ θεμελιώθηκε στὴν ἄμμο, ὄχι ἐκεῖνο ποὺ κτίσθηκε πάνω στὴν πέτρα καὶ κανεὶς δὲν θὰ πεῖ πὼς φταίει ὁ ἄνεμος ποὺ ἔπεσε τὸ σπίτι.
Ἡ κάκωση λοιπὸν δὲν εἶναι ὁ ἐχθρὸς καμμία κάκωση δὲν μπορεῖ νὰ ἀδικήσει τὸν πιστὸ χριστιανό. Μόνο ὁ ἴδιος θὰ μποροῦσε νὰ ἀδικήσει τὸν ἑαυτὸ του ἂν ἐκλάβει τὶς κακώσεις σὰν τὴν τελικὴ κατάσταση καὶ τὰ βάλει ἀκόμη καὶ μὲ τὸ Θεό!
Ἀλεβιζόπουλος Ἀντώνιος (Πρεσβύτερος (+)
Tω Δαυίδ Γράφει ο Μητροπολίτης Γόρτυνος: Το πρόβλημα της θεοδικίας - Ψαλμός ΛΣΤ’ (ΛΖ’) 36Α
Toυ Μητροπολίτη Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ. Ιερεμία
Μη παραζήλου εν πονηρευομένοις μηδέ ζήλου τους ποιούντας την ανομίαν· 2 ότι ωσεί χόρτος ταχύ αποξηρανθήσονται και ωσεί λάχανα χλόης ταχύ αποπεσούνται. 3 Ελπισον επί Κύριον και ποίει χρηστότητα και κατασκήνου την γην, και ποιμανθήση επί τω πλούτω αυτής. 4 Κατατρύφησον του Κυρίου, και δώσει σοι τα αιτήματα της καρδίας σου. 5 Αποκάλυψον προς Κύριον την οδόν σου και έλπισον επ᾽ αυτόν, και αυτός ποιήσει 6 και εξοίσει ως φως την δικαιοσύνην σου και το κρίμα σου ως μεσημβρίαν. 7 Υποτάγηθι τω Κυρίω και ικέτευσον αυτόν· μη παραζήλου εν τω κατευοδουμένω εν τη οδώ αυτού εν ανθρώπω ποιούντι παρανομίαν. 8 Παύσαι από οργής και εγκατάλιπε θυμόν, μη παραζήλου ώστε πονηρεύεσθαι· 9 ότι οι πονηρευόμενοι εξολοθρευθήσονται, οι δε υπομένοντες τον Κύριον αυτοί κληρονομήσουσι γην.
1. Και ο ψαλμός αυτός ασχολείται με το περιλάλητο πρόβλημα της θεοδικίας, με το οποίο ασχολούνται και άλλοι ψαλμοί και στο οποίο αναφέρονται και πολλά χωρία της Π.Δ. Αλλά και ολόκληρο το βιβλίο της Π.Δ., το βιβλίο του Ιώβ, ασχολείται με το θέμα αυτό.
«Θεοδικία», όπως είναι γνωστό, σημαίνει το κατά πόσον ο Θεός είναι δίκαιος, αφού βλέπουμε το φαινόμενο οι ασεβείς να ευτυχούν και οι ευσεβείς να δυστυχούν. Λόγω του προβλήματος αυτού, πολλοί ή μερικοί των ευσεβών εκλονίζοντο στην πίστη και εμακάριζαν τους αμαρτωλούς, γιατί ευτυχούν. Ο ψαλμός μας δίδει μία μερική, αλλά ουσιαστική λύση στο θέμα της θεοδικίας, ότι, δηλαδή, ο δίκαιος πρέπει να υπομένει την κρίση που υφίσταται και θα δεί στη συνέχεια λάμπουσα τη δικαιοσύνη του Θεού, αλλά και ο ευσεβής την ουσιαστική του ευτυχία πρέπει να τη ζητά στην επικοινωνία του με τον Θεό.
2. Λέγει, λοιπόν, ο ψαλμωδός μας στρεφόμενος προς τον ευσεβή, να μην απορεί για την ευτυχία των πονηρευομένων (στιχ. 1), γιατί αυτή είναι προσωρινή και πρόχειρη. Είναι σαν το χορτάρι που ξηραίνεται γρήγορα και σαν τα βοτάνια που μαραίνονται αμέσως (στιχ. 2). Ο ευσεβής δεν πρέπει να χάνει ποτέ την ελπίδα του στον Κύριο τον Θεό του («έλπισον επί Κύριον») και να εξακολουθεί να ποιεί αδιάκοπα το θέλημα του Κυρίου («ποίει χρηστότητα») και θα δεί από τα πράγματα ότι δεν θα του λείψει τίποτε, αλλά θα κατοικεί αδιατάραχα στη χώρα που του έδωσε ο Θεός και θα τρέφεται από τα αγαθά της (στιχ. 3). Την ευτυχία του ο ευσεβής πρέπει να ζητά στη συνεχή κοινωνία με τον Κύριο τον Θεό του και η επικοινωνία αυτή είναι γλυκασμός, είναι «τρυφή». Γι’ αυτό και ο ψαλμωδός μας λέγει: «Κατατρύφησον του Κυρίου και δώσει σοι τα αιτήματα της καρδίας σου» (στιχ. 4)! Ο λόγος αυτός του ψαλμωδού μας είναι υπέροχος και ταυτίζεται και με άλλους ψαλμωδούς, οι οποίοι τη στενή κοινωνία με τον Θεό θεωρούν ως υψίστη ευτυχία και επανάπαυση του ανθρώπου (βλ. λόγου χάριν ψαλμ. 4. 62).
3. Στη βάση αυτή ιστάμενος ο ποιητής μας, επαυξάνει τον λόγο του, λέγοντας αναλυτικότερα τι πρέπει να κάνει ο ευσεβής για να ευαρεστήσει τον Θεό, για να δεί, όπως του είπε, τη δικαίωσή Του και να γεύεται τον γλυκασμό Του (το «κατατρύφησον» του στιχ. 4).
Κατά πρώτον λέγει ότι ο ευσεβής πρέπει να «αποκαλύψει στον Κύριο την οδό του και να ελπίζει σ’ Αυτόν και Αυτός, ως Θεός, θα πράξει αυτό που πρέπει» (στιχ. 5). «Να αποκαλύψει», δηλαδή, να φανερώσει. Αλλά καλύτερη εδώ είναι η ανάγνωση του Εβραϊκού κειμένου, το οποίο, λέγει να «επιρρίψει» ο ευσεβής την «οδόν» του, δηλαδή τη μέριμνά του, τα προβλήματά του, να τα παραθέσει, να τα πεί στον Κύριο. Είναι αυτό ακριβώς που μας λέγει και ο απόστολος Πέτρος, «πάσαν την μέριμναν υμών επιρρίψαντες επ᾽ αυτόν» (Α’ Πετρ. 5,7).
Και αν επιρρίπτουμε, αν ακουμπάμε τα προβλήματά μας στον Θεό, αν ελπίζουμε σ’ Αυτόν («έλπισον επ᾽ αυτόν»), «αυτός ποιήσει», μας λέγει ο ψαλμωδός (στιχ. 5).Δηλαδή, όπως ερμηνεύει ο Ζιγαβηνός, ο Θεός θα μας δώσει «α ελπίζομεν, α αιτούμεν, α συμφέρει ημίν»! Σ’ αυτόν που ελπίζει στον Κύριο, ο ποιητής μας βεβαιώνει ότι «εξοίσει ως φως την δικαιοσύνη του και το κρίμα του ως μεσημβρία» (στιχ 6). Δηλαδή: Το παραγνωριζόμενο μέχρι τώρα δίκαιό του θα λάμψει σαν φως, σαν μέρα μεσημέρι!
Στη συνέχεια ο ποιητής μας, συμβουλεύων τον ευσεβή, του λέγει να υποτάσσεται στον Κύριο, ο,τι βέβαια και αν συμβεί, και να προσεύχεται: «Υποτάγηθι τω Κυρίω και ικέτευσον αυτόν» (στιχ. 7)! Αντί του «υποτάγηθι» το Εβρ. έχει «σιώπησε», «σίγησε». Ο ψαλμωδός μας, δηλαδή, συνιστά στον δοκιμαζόμενο ευσεβή να μη γογγύζει («μη παραζήλου», στιχ. 7· βλ. και στιχ. 1) για το πρόβλημα που δημιουργεί η κρίση της θεοδικίας, αλλά να σιωπά και να προσεύχεται. Πολύ ωραία αυτά τα δύο! Είναι μία πολύ ωραία αντιμετώπιση του πόνου και των δυσκόλων προβλημάτων μας. Αλλά, για να εισακουσθεί η προσευχή, πρέπει η ψυχή να είναι βέβαια ήρεμη. Γι’ αυτό και λέγει συμπληρωματικά ο ποιητής μας στον κλονιζόμενο ευσεβή: «Παύσε από οργής και εγκατάλιπε θυμόν» (στιχ. 8)! Ολοι δε και μάλιστα οι ευσεβείς πρέπει να γνωρίζουν τη γενική αρχή, ότι, όπως και αν συμβούν τα πράγματα, «οι πονηρευόμενοι εξολοθρευθήσονται, οι δε υπομένοντες τον Κύριον αυτοί κληρονομήσουσι γην» (στιχ. 9)!
Γιατί, λοιπόν, να κλονίζονται οι ευσεβείς, αφού η ίδια η ιστορία και η ίδια η ζωή αποδεικνύει ότι οπωσδήποτε τιμωρείται ο αμαρτωλός, ο δε δίκαιος πάντοτε δικαιώνεται;
Γράφει ο Μητροπολίτης Γόρτυνος: Περί Θεοδικίας (Β’ μέρος) - Ψαλμός ΛΣΤ’ (ΛΖ’) 36
Γράφει ο Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ. Ιερεμίας
10 Kαι έτι ολίγον και ου μη υπάρξη ο αμαρτωλός, και ζητήσεις τον τόπον αυτού, και ου μη εύρης• 11οι δε πραείς κληρονομήσουσι γην και κατατρυφή-σουσιν επί πλήθει ειρήνης. 12Παρατηρήσεται ο αμαρτωλός τον δίκαιον και βρύξει επ’ αυτόν τους οδόντας αυτού• 13ο δε Κύριος εκγελάσεται αυτόν, ότι προβλέπει ότι ήξει η ημέρα αυτού. 14Ρομφαίαν εσπάσαντο οι αμαρτωλοί, ενέτειναν τόξον αυτών του καταβαλείν πτωχόν και πένητα, του σφάξαι τους ευθείς τη καρδία• 15η ρομφαία αυτών εισέλθοι εις τας καρδίας αυτών και τα τόξα αυτών συντριβείη.
16Κρείσσον ολίγον τω δικαίω υπέρ πλούτον αμαρτωλών πολύν• 17ότι βραχίονες αμαρτωλών συντριβήσονται, υποστηρίζει δε δικαίους ο Κύριος. 18Γινώσκει Κύριος τας οδούς των αμώμων, και η κληρονομία αυτών εις τον αιώνα έσται• 19 ου καταισχυνθήσονται εν καιρώ πονηρώ και εν ημέραις λιμού χορτασθήσονται. 20 Οτι οι αμαρτωλοί απολούνται, οι δε εχθροί του Κυρίου άμα τω δοξασθήναι αυτούς και υψωθήναι εκλείποντες ωσεί καπνός εξέλιπον. 21Δανείζεται ο αμαρτωλός και ουκ αποτίσει, ο δε δίκαιος οικτείρει και δίδωσιν•
22ότι οι ευλογούντες αυτόν κληρονομήσουσι γην, οι δε καταρώμενοι αυτόν εξολοθρευθήσονται. 23Παρά Κυρίου τα διαβήματα ανθρώπου κατευθύνεται, και την οδόν αυτού θελήσει σφόδρα• 24όταν πέση, ου καταρραχθήσεται, ότι Κύριος αντιστηρίζει χείρα αυτού. 25Νεώτερος εγενόμην και γαρ εγήρασα και ουκ είδον δίκαιον εγκαταλελειμμένον, ουδέ το σπέρμα αυτού ζητούν άρτους• 26όλην την ημέραν ελεεί και δανείζει ο δίκαιος, και το σπέρμα αυτού εις ευλογίαν έσται. 27 Εκκλινον από κακού και ποίησον αγαθόν και κατασκήνου εις αιώνα αιώνος• 28ότι Κύριος αγαπά κρίσιν και ουκ εγκαταλείψει τους οσίους αυτού, εις τον αιώνα φυλαχθήσονται• άνομοι δε εκδιωχθήσονται, και σπέρμα ασεβών εξολοθρευθήσεται. 29Δίκαιοι δε κληρονομήσουσι γην και κατασκηνώσουσιν εις αιώνα αιώνος επ’ αυτής.
30Στόμα δικαίου μελετήσει σοφίαν, και η γλώσσα αυτού λαλήσει κρίσιν. 31Ο νόμος του Θεού αυτού εν καρδία αυτού, και ουχ υποσκελισθήσεται τα διαβήματα αυτού. 32Κατανοεί ο αμαρτωλός τον δίκαιον και ζητεί του θανατώσαι αυτόν, 33ο δε Κύριος ου μη εγκαταλίπη αυτόν εις τας χείρας αυτού, ουδέ μη καταδικάσηται αυτόν, όταν κρίνηται αυτώ. 34Υπόμεινον τον Κύριον και φύλαξον την οδόν αυτού, και υψώσει σε του κατακληρονομήσαι γην• εν τω εξολοθρεύεσθαι αμαρτωλούς όψει. 35Είδον τον ασεβή υπερυψούμενον και επαιρόμενον ως τας κέδρους του Λιβάνου• 36και παρήλθον, και ιδού ουκ ην, και εζήτησα αυτόν, και ουχ ευρέθη ο τόπος αυτού. 37Φύλασσε ακακίαν και ίδε ευθύτητα, ότι εστίν εγκατάλειμμα ανθρώπω ειρηνικώ• 38οι δε παράνομοι εξολοθρευθήσονται επί το αυτό, τα εγκαταλείμματα των ασεβών εξολοθρευθήσονται. 39Σωτηρία δε των δικαίων παρά Κυρίου, και υπερασπιστής αυτών εστιν εν καιρώ θλίψεως, 40και βοηθήσει αυτοίς Κύριος και ρύσεται αυτούς και εξελείται αυτούς εξ αμαρτωλών και σώσει αυτούς, ότι ήλπισαν επ᾿ αυτόν.
1. Στο προηγούμενο άρθρο μας ερμηνεύσαμε με απλότητα τους εννέα πρω-τους στιχ. του ψαλμ. 36, ο οποίος ομιλεί για το θέμα της θεοδικίας. Πως, δη-λαδή, ο Θεός είναι δίκαιος, αφού βλέπουμε τον ασεβή να ευτυχεί και τον ευσεβή να δυστυχεί; Και είπε στους προηγούμενους στίχους στον ευσεβή ο ποιητής μας και σε όλους εμάς να μην δυσανασχετούμε από την κατάσταση αυτή, γιατί η ευτυχία των ασεβών είναι προσωρινή, αλλά να μένουμε σταθε-ροί στην πίστη μας στον Θεό. Εχει δε χαρά και «τρυφή» η ζωή με τον Θεό, ώστε ο ποιητής συμβουλεύει τον καθένα μας, «κατατρύφησον του Κυρίου» (στιχ. 4).
2. Το υπόλοιπο μέρος του ψαλμού είναι διαπλάτυνση των ιδίων θέσεων και όπως φαίνεται ο ποιητής μας ομιλεί σ’ αυτό και από την προσωπική του πείρα. Λέγει, λοιπόν, στην συνέχεια ο ποιητής μας ότι οι αμαρτωλοί και εχθροί του Θεού μόλις φαίνεται ότι δοξάζονται και υψώνονται, θα χαθούν και θα εξαφανιστούν σαν τον καπνό (στιχ. 20). Ακόμη και ο τόπος που στάθηκαν θα εξαφανιστεί και αυτός (στιχ. 10). Και πάλιν ο ποιητής λέγει παραστατικά από όσα ενθυμείται από τη ζωή του ότι πραγματικά είδε κάποτε και αυτός ασεβή να υψώνεται και να δοξάζεται σαν «τας κέδρους του Λιβάνου» (!). Αλλά λέγει στη συνέχεια, «πάλι πέρασα και δεν ήταν εκεί• τον αναζήτησα και δεν βρέθηκε ούτε ο τόπος του» (στιχ. 36)!
Αντίθετα η ζωή του δικαίου είναι υπό την προστασία του Κυρίου και η ευτυχία του θα είναι σταθερή και μόνιμη, γιατί «γινώσκει Κύριος τας οδούς των αμώμων και η κληρονομία αυτών εις αιώνα έσται» (στιχ. 18). Το «γινώσκει Κύριος» τους αμώμους σημαίνει ότι οι δίκαιοι είναι υπό τη μέριμνα και τη φροντίδα του Κυρίου.
Είναι αλήθεια και φαίνεται αυτό στη ζωή ότι ο δίκαιος αντιμετωπίζει κτυπή-ματα και δυσκολίες που τον κάνουν να ταράσσεται ακόμη και να «πέφτει». Αλλά και όταν «πέσει», δεν πέφτει για να συντριβεί, γιατί έχει κοντά του, πα-νω του, την κραταιά χείρα του Κυρίου, που θα τον σηκώσει ή που τον «στη-ρίζει» για να μην πέσει καν. Λέγει, λοιπόν, ο ποιητής μας για τον δίκαιο: «Οταν πέση, ου καταρραθήσεται, ότι Κύριος αντιστηρίζει χείρα αυτού» (στιχ. 24)!
3. Είναι αλήθεια, όπως και το βλέπουμε, ότι οι ασεβείς μισούν τους ευσεβείς, τα τέκνα του Θεού, «τρίζουν» τα δόντια τους εναντίον τους, όπως το λέγει εδώ παραστατικά ο ψαλμός μας. Ακόμη, όπως το λέγει πάλι ο ψαλμός μας, οι ασεβείς ανασύρουν και μαχαίρι, «του σφάξαι τους ευθείς τη καρδία» (στιχ. 12-14)!... Αλλά δεν πρόκειται να πετύχουν τίποτε εναντίον τους, γιατί τα σχε-δια των κακών τα εποπτεύει ο Κύριος και τα περιπαίζει («εκγελάσεται», στιχ. 13) και έχει ετοιμάσει γι’ αυτούς την «ημέρα» (στιχ. 13), κατά την οποία θα υποστούν οι ίδιοι αυτά που σχεδίαζαν κατά των ευσεβών (στιχ. 15).
Τελικά, λέγει ωραία ο ψαλμωδός μας, ο δίκαιος άνθρωπος που πιστεύει και ελπίζει στον Θεό δεν χάνεται ποτέ. Ποτέ στη ζωή του δεν είδε ο ποιητής μας δίκαιο να χάνεται και να δυστυχεί: «Νεώτερος εγενόμην και γαρ εγήρασα και ουκ είδον δίκαιον εγκαταλελειμμένον ουδέ το σπέρμα αυτού ζητείν άρτους» (στιχ. 25)!
Επομένως, δεν πρέπει να αμφιβάλουμε για τη δικαιοσύνη του Θεού, γιατί «Κύριος αγαπά κρίσιν και ουκ εγκαταλείψει τους οσίους αυτού» (στιχ. 28).
Αληθινές ιστορίες θεοδικίας Νιώθοντας τον Θεό να ενεργεί ανάμεσά μας Ιστορίες που συγκλόνισαν όσους τις βίωσαν
"Δεν αντισταθήκατε ακόμα μέχρις αίματος, αγωνιζόμενοι ενάντια στην αμαρτία· και λησμονήσατε τη νουθεσία, που μιλάει σε σας ως προς γιους, λέγοντας: «Γιε μου, μη καταφρονείς την παιδεία τού Κυρίου· ούτε να αποθαρρύνεσαι, όταν ελέγχεσαι απ' αυτόν. Επειδή, όποιον ο Κύριος αγαπάει, τον περνάει από παιδεία· και μαστιγώνει κάθε γιο τον οποίο παραδέχεται».
Αν υπομένετε την παιδεία, ο Θεός συμπεριφέρεται απέναντί σας ως προς γιους· επειδή, ποιος γιος υπάρχει, τον οποίο ο πατέρας του δεν τον παιδαγωγεί;
Αν, όμως, είστε χωρίς παιδεία, της οποίας όλοι έγιναν μέτοχοι, άρα είστε νόθοι και όχι γιοι" (Εβραίους 12/ιβ: 4-8)
Πιστεύουμε ότι κάθε σχεδόν άνθρωπος, έχει να διηγηθεί μια ιστορία σαν αυτές που θα σας εκθέσουμε στη συνέχεια. Για ανθρώπους, που Χάριτι Θεού ένιωσαν "το βούρδουλα" της θεοδικίας, έτσι ώστε να πάρουν το μάθημά τους, ή που η ζωή τους τελείωσε άδοξα, επειδή ίσως ο Θεός έκρινε ότι δεν υπήρχε γι' αυτούς περιθώριο διόρθωσης, και άφησε να χαθούν, ώστε να τους προλάβει από περεταίρω συνέπειες μιας κακής πορείας. Ή για ανθρώπους που υπέστησαν τις συνέπειες της κακής πορείας μελών της οικογενείας τους, επειδή αυτά έδωσαν τόπο στον διάβολο, και τους συμπαρέσυραν μαζί τους στα δεινά. Αλλά που ακόμα και μέσα από τα προβλήματα και τον θάνατο, ο Θεός έδινε μαθήματα στους παραβάτες, ώστε στην ημέρα της κρίσης, να σταθούν έτοιμοι μαζί με τους αναστημένους δικούς τους, διορθωμένοι, και έτοιμοι μαζί μ' αυτούς, για αποζημίωση στα όσα υπέστησαν.
Οι ακόλουθες ιστορίες, είναι ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΕΣ, ανθρώπων που γνωρίζουμε προσωπικά, και που μας τις διηγήθηκαν, ως παραδείγματα μαθημάτων ζωής και θεοδικίας. Είναι ιστορίες ανθρώπων της "διπλανής πόρτας", ή ακόμα και ημών των ιδίων, που παρόμοια θα μπορούσε ο καθένας να διηγηθεί, απ' όσους ξέρουν να διδάσκονται από την παιδεία του Κυρίου.
Κάποιοι θα έλεγαν ότι είναι "συμπτώσεις". Και θα το έλεγαν αυτό, παρά τις συγκλονιστικές ενδείξεις μιας όχι και τόσο "τυχαίας" κατάστασης. Δεν πειράζει, με γεια τους με χαρά τους! Αυτοί που έπρεπε να πάρουν το μάθημά τους, το πήραν! Οι άλλοι, ας ωφεληθούν ή ας αρνηθούν την ωφέλεια, κατά την προαίρεσή τους.
Ακολουθούν ενδεικτικά παραδείγματα από ιστορίες που μας διηγήθηκαν ή βιώσαμε, από αυτές που αν γραφόντουσαν όλες, ο κόσμος δεν θα χωρούσε τα γραφόμενα βιβλία...
Επειδή όπως θα διαπιστώσετε πολλά απ' αυτά που θα διαβάσετε είναι "βαριές πράξεις", δεν θα δώσουμε τα ονόματα των συμμετεχόντων, για δική τους προστασία.
1. Έγκλημα και τιμωρία
Εποχή εμφυλίου πολέμου, όπου πάσχιζαν οι «οπαδοί» να αποδείξουν στους ανώτερούς τους πόσο πιστοί ήσαν στη «γραμμή» της δικής τους παρατάξεως...
Φόνοι αδιάκριτοι, με πρόφαση τον πόλεμο... Τα γυναικόπαιδα στα σπίτια δεν αποτελούσαν εξαίρεση...
Σε χωριό της Βορείου Ελλάδος, κάποιος «πιστός οπαδός» που ήθελε διακαώς να αφανίσει όσους πήγαν στην αντίθετη «παράταξη» - στ’ αλήθεια, είναι αδιάφορο ποια παράταξη ήταν αυτή – αποφάσισε να μην αφήσει «ρουθούνι» από την οικογένεια ενός συμπατριώτη του, που τον θεωρούσε την περίοδο εκείνη «εχθρό».
Έτσι, πήγε μια μέρα στο σπίτι του συμπατριώτη του γνωρίζοντας ότι ο ίδιος έλειπε, και, δένοντας πισθάγκωνα την εγκυμονούσα σύζυγό του – έγκυο στον έβδομο μήνα - την έριξε ζωντανή μέσα στο πηγάδι του σπιτιού της....
Τελείωσαν οι άσχημοι καιροί. Μεγάλωσε ο εν λόγω «πιστός», «τακτοποιήθηκε» κοινωνικά, πήρε γυναίκα, έκανε και ένα γιό. Εν καιρώ, πάντρεψε και τον γιό του. Ήρθε και η στιγμή, και έμαθε και το πολυπόθητο γεγονός – θα γινόταν παππούς.
Χαρά μεγάλη στο σπιτικό του. Περιποίηση με το πάρα πάνω στην εγκυμονούσα νύφη του. Αγωνία, πότε θα σφίξει στην αγκαλιά του το εγγόνι.
Δεν το ήθελε όμως έτσι η «μοίρα». Η νύφη παρουσίασε κάποια ανεξήγητη επιπλοκή στην υγεία της, και πέθανε μέσα σε μια μέρα, με αποφραγμένους τους πνεύμονές της. Ήταν στον έβδομο μήνα της.
2. Μάχαιρα έδωσες, μάχαιρα θα λάβεις
Το ίδιο πρόσωπο – μάρτυρας που ήξερε τα συμβάντα αυτά από πρώτο χέρι, αφού ήταν από το ίδιο χωριό που έγιναν αυτά τα έκτροπα – μου διηγήθηκε άλλο ένα παρόμοιο περιστατικό:
Ένας νεοσύλλεκτος στην «παράταξη», για να τους πείσει ότι δεν τον συνδέει τίποτε απολύτως πλέον με την οικογένεια του Δ. Τ. (που ήταν από τους «άλλους»), πήγε στο σπίτι του, έσυρε έξω στην αυλή το μικρό παιδί του, και με το τσεκούρι που στεκόταν πιο πέρα για την κοπή των καυσόξυλων, έκοψε τα χέρια και τα πόδια του δύστυχου παιδιού, μπροστά στα μάτια όλων.
Ήρθε και εκείνου η σειρά να κάνει οικογένεια, όταν κόπασε πια το κακό του αδελφοπόλεμου. Χαρές και πανηγύρια στον γάμο, μεγαλύτερες χαρές και καμάρι, όταν έμαθε πως η γυναίκα του περίμενε παιδί.
Παιδί του έδωσε ο Θεός, αλλά περιέργως, γεννήθηκε χωρίς χέρια και πόδια....
3. Αγνωμοσύνη και θάνατος
Ήρθε αναστατωμένη η συνάδελφος Λ. Π. εκείνο το πρωί στο γραφείο, σοκαρισμένη μάλλον.
Όταν την ρωτήσαμε τι συνέβη, μας είπε παγωμένα ότι κάποιος συγκάτοικος στην πολυκατοικία της – 30 και κάτι ετών παλικάρι – βρέθηκε νεκρός μέσα στον διάδρομο της πολυκατοικίας, το προηγούμενο πρωί. Η ίδια το έμαθε το μαντάτο το βράδυ, όταν πήγε σπίτι. Τον είχαν βρει πεσμένο λίγο πιο πέρα από την πόρτα του διαμερίσματος όπου έμενε. Είχε μάλιστα ακόμα την σαπουνάδα του πρωινού ξυρίσματος στο πρόσωπό του. Ο θάνατος τον είχε βρει ακαριαία. Μάλλον αισθάνθηκε ξαφνικά άσχημα και βγήκε έξω να ζητήσει βοήθεια από κάποιον συγκάτοικο, και δεν πρόλαβε κανείς να τον βοηθήσει.
Είχα την περιέργεια να μάθω περισσότερες λεπτομέρειες για το παράξενο αυτό περιστατικό.
Την πλησίασα την συνάδελφο στο μεσημβρινό διάλειμμα, και την ρώτησα αν έμαθε από τι πέθανε τελικά ο νέος εκείνος. Μου είπε πως το μόνο που άκουσε, ήταν πως ‘κάτι παρουσιάστηκε’ στο αίμα του. Οι αναλύσεις που έκαναν έδειξαν σαν να είχε δηλητηριαστεί από κάτι πολύ ισχυρό, αλλά δεν μπόρεσαν να εξακριβώσουν τι....
Και χωρίς να υπάρχει λόγος για περαιτέρω συζήτηση, συνέχισε την κουβέντα, όπου με πολλή αφέλεια (και χωρίς να εξετάσει από άλλη σκοπιά το περιστατικό) μου διηγήθηκε τα εξής συγκλονιστικά:
Ο νεαρός εκείνος είχε μείνει χωρίς γονείς από πολύ μικρή ηλικία, και τον είχε αναλάβει μια ηλικιωμένη θεία (ή γιαγιά, δεν θυμάμαι ακριβώς), με την οποία ζούσε όλα του τα χρόνια, σε ένα δικό της μικρό διαμέρισμα (το ίδιο, που τον βρήκαν νεκρό). Φρόντιζε πάση θυσία να μην του λείψει τίποτε, ούτε ρούχα, ούτε τροφή, ούτε παιδεία, ούτε χαρτζηλίκι κλπ., μιας και είχε στερηθεί τους γονείς του.
Κάποια στιγμή, χρειάστηκε η γιαγιά να κάνει κάποιες ιατρικές εξετάσεις, επειδή παρουσίασε ένα πρόβλημα υγείας. Την κράτησαν μέσα σε κλινική, για να γίνουν όλες οι αναγκαίες εξετάσεις μαζεμένες (όπως συνηθίζεται).
Ο νεαρός, μάλλον σίγουρος πως η ευεργέτις του θα αναχωρούσε για τον άλλο κόσμο (αφού ήταν ηλικιωμένη, και μάλιστα αφού την κράτησαν και στην κλινική), έσπευσε να αδειάσει το διαμέρισμα από όλα τα πράγματα της γιαγιάς, (στις λίγες μέρες που θα έμενε εσώκλειστη στην κλινική!) και το ξανα-επίπλωσε, σύμφωνα με το νεανικό του γούστο. Ίχνος δεν άφησε από την παρουσία της γιαγιάς.
Δεν ξέρω πώς το είδε το συμβάν η συνάδελφος, πάντως εγώ τρόμαξα, με την αντιπαράθεση των δύο όψεών του – της ευεργεσίας και της αγνωμοσύνης ταυτόχρονα.
4. Ντροπή για τον κουτσό
Ο πατέρας μου ο Α. ήταν ένα πολύ καλός άνθρωπος σε όλη τη ζωή του. Μα είχε σαν άνθρωπος κι αυτός ελαττώματα. Και ένα τόσο καλό παιδί, ο Θεός θέλησε να το διορθώσει, ακόμα και σ' αυτό που θα διηγηθώ:
Ο παππούς μου είχε κάνει μια εγχείρηση, και από νέος κούτσαινε. Μα αυτό ήταν για τον ψηλομύτη πατέρα μου, πολύ κακό για να το ανεχθεί. Απέφευγε να κυκλοφορεί με τον πατέρα του στο δρόμο, για να μη τον βλέπουν οι συγχωριανοί του με έναν "κουτσό" πατέρα.
Μεγάλωσε, και έφυγε από το χωριό του, για να παντρευτεί μια Αθηναία, τη μητέρα μου. Σίγουρα θα καμάρωνε πολύ να έχει πλάι του μια τόσο όμορφη κοπέλα και να βαδίζει μαζί της στους δρόμους!
Όμως, μόλις 6 μήνες μετά από τον γάμο τους, η μητέρα μου αρρώστησε με σοβαρή ασθένεια των οστών, και από τότε, κουτσαίνει έντονα σε όλη της ζωή της!
Η μητέρα μου, μου διηγήθηκε ότι κάποτε, ο πατέρας μου της εξομολογήθηκε το πώς υποτιμούσε τον πατέρα του νεαρός, και της είπε: "Ο Θεός με τιμώρησε για την υψηλοφροσύνη μου. Φρόντισε να παντρευτώ μια γυναίκα που θα αρρώσταινε, ώστε πλέον, σε όλη τη ζωή μου να βαδίζω πλάι σε μια γυναίκα που κουτσαίνει!".
Τώρα πια όμως δεν τον ένοιαζε! Είχε πάρει το μάθημά του!
5. Θεομαχίες
Ο φίλος μου ο Γ. κάποτε μου διηγήθηκε το εξής περιστατικό:
"Ήμουν νέος, και εργαζόμουν σε κάποιο εμπορικό, για ένα διάστημα μόνος, μαζί με μια πολύ όμορφή κοπέλα. Αν και ήμουν παντρεμένος, και παρά το ότι και τότε πίστευα στον Θεό, δεν έπαυα να ξενοκοιτάζω, αν και δεν είχα ποτέ το κουράγιο να απατήσω πραγματικά τη γυναίκα μου. Όμως, η καθημερινή εργασία με αυτή την κοπέλα, μου έδωσε ιδέες, να κάνω αυτό που επιθυμούσα, χωρίς να το καταλάβει ούτε η ίδια η κοπέλα! Ουσιαστικά σχεδίαζα να τη βιάσω στον ύπνο της!
Το είχα σχεδιάσει προσεκτικά. Προφασιζόμενος στο γιατρό "αϋπνίες", εφοδιάστηκα με υπνωτικά χάπια. (Τότε δίνανε ευκολότερα τα χάπια αυτά οι γιατροί). Επέλεξα προσεκτικά την ημέρα που θα έβαζα σε ενέργεια το σχέδιό μου. Ήταν η πιο ήσυχη ημέρα της εβδομάδας, όταν οι πελάτες που έμπαιναν στο μαγαζί ήταν λιγότεροι, και που το αφεντικό ποτέ δεν ερχόταν.
Έριξα μια γερή δόση υπνωτικά στον καφέ της, και πράγματι, σε λίγο άρχισε να ζαλίζεται. Προσφέρθηκα να την βοηθήσω να πάει δίπλα στην αποθήκη του μαγαζιού, όπου υπήρχε ένα στρώμα, για να ξαπλώσει για λίγο μέχρι να συνέλθει. Η καημένη με ευχαρίστησε για τον "ιπποτισμό" μου, χωρίς να φαντάζεται ότι εγώ ήμουν ο υπεύθυνος για για την "αδιαθεσία" της. Και μόλις την έβαλα να ξαπλώσει, την άφησα μόνη και πήγα στο μαγαζί, για να μην υποψιασθεί τίποτα.
Περίμενα λίγα λεπτά, για να κοιμηθεί, και θα γύριζα για να ολοκληρώσω το σχέδιό μου. Και πράγματι, κοιμόταν βαθιά!
Τότε όμως, πριν καν προλάβω να την πλησιάσω, άρχισε μια πραγματική "επέλαση πελατών"! Κάτι τέτοιο, δεν είχε ξανασυμβεί τέτοια μέρα! Λες και όλοι οι πελάτες του μαγαζιού, θυμήθηκαν όλοι μαζί να έρθουν να ψωνίσουν! Εξυπηρετούσα εντατικά, και δεν προλάβαινα καθόλου να πάω στο πίσω δωμάτιο. Ένιωθα σαν να έχει συνωμοτήσει εναντίον μου το σύμπαν!
Κάποια στιγμή οι πελάτες σταμάτησαν να έρχονται, αλλά εγώ ήμουν αμετανόητος. Ο Θεός μου έδωσε την ευκαιρία να δείξω ότι μετάνιωσα, αλλά παρά το ήμουν σίγουρος ότι ο Θεός αντιδρούσε στα σχέδιά μου, σκεφτόμουν ότι "εδώ που έφτασα, πρέπει και να ολοκληρώσω το σχέδιο", γιατί ήταν μια μοναδική ευκαιρία. Εν πλήρη συνειδήσει λοιπόν, πήγα κόντρα στο θέλημα του Θεού!
Μόλις κατάφερα να πάω δίπλα, και είδα ότι κοιμόταν ακόμα βαθιά, άκουσα ομιλίες στο μαγαζί. Γύρισα πίσω, και έκπληκτος είδα το αφεντικό, να έχει έρθει μαζί με τους γονείς του, για να τους δείξει το μαγαζί! (Οι γονείς του, δεν το είχαν δει ποτέ ως τότε, αν και ήταν μαγαζί χρόνων, αλλά διάλεξαν την κατάλληλη ημέρα!)
Του εξήγησα ότι η Μ. είχε αδιαθετήσει, και έδειξε κατανόηση, για το ότι αυτή κοιμόταν στο πίσω δωμάτιο. Αλλά αν και ο ίδιος έφυγε, έβγαλε δύο καρέκλες, και για έναν ανεξήγητο (με τα φυσιολογικά δεδομένα) λόγο, άφησε τους γονείς του εκεί στο μαγαζί, ώσπου πλέον η κοπέλα είχε συνέλθει, και μπόρεσε να πάει στο σπίτι της. Και μόνο τότε, έφυγαν όλοι τους, και έμεινα έκπληκτος, με τη βεβαιότητα ότι ο Θεός με πολέμησε, και με νίκησε!
Σήμερα, γνωρίζω ότι στην πραγματικότητα, με προστάτεψε, εμένα και την οικογένειά μου, όπως προστάτεψε κι εκείνη την κοπέλα από την κακία μου!"
6. Αυτοδικαίωση και έκτρωση
Την ιστορία αυτή μου τη διηγήθηκε ο φίλος μου ο Π.:
"Είμαι ένα από εκείνα τα παιδιά που γλίτωσαν από την έκτρωση. Η μητέρα μου, όταν ήμουν έμβρυο, ήθελε να κάνει έκτρωση, όμως τελικά δεν έκανε, και με κράτησε.
Από τότε που το έμαθα αυτό, πάντοτε ένιωθα απέχθεια για τις εκτρώσεις, και και συμπάθεια για τα αγέννητα παιδιά. Και παρά το ότι δεν ήμουν στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου Χριστιανός, όταν μου δινόταν ευκαιρία, προσπαθούσα να αποτρέψω τους άλλους από αυτό το κακό.
Κάποτε, μου είπε κάποια φίλη μου, ότι ήταν έγκυος, και ότι επειδή δεν θα είχε σύντροφο για το μεγάλωμα του παιδιού της, θα πήγαινε να κάνει έκτρωση. Εγώ προσπάθησα να τη μεταπείσω, λέγοντάς της, ότι: "Μη σε νοιάζει! Κράτα το παιδί, και οτιδήποτε θελήσεις, θα σε βοηθήσω εγώ. Και οικονομικά, και οτιδήποτε θελήσεις, έλα σ' εμένα".
Έτσι η γυναίκα κράτησε το παιδί. Και όταν αργότερα το παιδί αυτό μεγάλωσε, συχνά μου θύμιζε, ότι το έχει και το χαίρεται χάρη σ' εκείνη την ενίσχυση που της είχα δώσει τότε.
Πέρασαν χρόνια, και κάποτε πίστεψα στον Χριστό. Η μελέτη της Χριστιανικής πίστης, με ευαισθητοποίησε ως προς όλα εκείνα τα θέματα, που είχαν να κάνουν με τον τρόπο ζωής μου. Συγκρίνοντας τον εαυτό μου με τον Χριστό και τους αγίους του, ένιωθα ακάθαρτος και τιποτένιος, και δεν έβρισκα τίποτα καλό στον εαυτό μου, για να μοιάσω με Αυτόν!
Μια μέρα λοιπόν, καθώς ένιωθα έτσι την αμαρτωλότητά μου, θέλησα να αυτοδικαιωθώ ενώπιον του Θεού. Και τόλμησα να του πω το εξής:
"Μπορεί να είμαι ό,τι είμαι, αλλά μπορώ να καυχηθώ ότι έχω κάνει τουλάχιστον ένα καλό στη ζωή μου! Γλίτωσα εκείνο το παιδάκι από την έκτρωση!"
Είπα αυτά, ένιωσα δικαιωμένος, και πήγα στο γραφείο μου. Εκεί, ανακάλυψα κάποια προβλήματα, εξ αιτίας ολιγωρίας των υπαλλήλων μου, και εκνευρίστηκα. Τους έβαλα τις φωνές, και τους είπα: "Ψάξτε να βρείτε δουλειά, γιατί έτσι που τα κάνατε, το κλείνουμε το μαγαζί!"
Μια από εκείνες τις ημέρες, πηγαίνοντας στο γραφείο μου, είδα τη γραμματέα μου στεναχωρημένη. Τη ρώτησα τι της συμβαίνει, και μου είπε ότι μόλις είχε κάνει έκτρωση, και είχε στεναχωρηθεί, γιατί ήθελε να κρατήσει το παιδί, αλλά αναγκάστηκε να κάνει έκτρωση. Τη ρώτησα "Τι συνέβη και αναγκάστηκες;" Και μου απάντησε, ότι εκείνη την ημέρα που φώναζα στο γραφείο ότι κλείνουμε, και τους είπα να ψάξουν να βρουν δουλειά, εκείνη φοβήθηκε ότι δεν θα είχε την οικονομική δυνατότητα να το μεγαλώσει χωρίς δουλειά, και αποφάσισε να μην το γεννήσει!
Τη στιγμή εκείνη, κατάλαβα ότι όπως ήμουν κάποτε υπεύθυνος που σώθηκε ένα παιδί από την έκτρωση, πλέον ήμουν υπεύθυνος για το ότι ένα παιδί πέθανε από έκτρωση! Ό,τι καλό είχα κάνει, τώρα το είχα γκρεμίσει!
Ο Θεός, πολύ σύντομα μετά την αυτοδικαίωσή μου, επέτρεψε να ισοφαρίσω με ένα ίσο κακό, τη μοναδική καλή πράξη για την οποία μπορούσα να καυχηθώ στη ζωή μου, και να μείνω αναπολόγητος!"
7. Χωρισμός για ένα παιδί
Η οικογενειακή φίλη μας η Μ., κάποτε εξομολογήθηκε το εξής:
"Ήμουν παντρεμένη με έναν καλό άνθρωπο, που με αγαπούσε, αλλά εμένα ο καημός μου ήταν να κάνω ένα παιδί. Αυτός όμως, δεν μπορούσε να κάνει παιδί, και όταν πήγαμε στους γιατρούς, μας επιβεβαίωσαν, ότι δεν θα κάναμε ποτέ παιδί. Γι' αυτό τον χώρισα, αν και εκείνος με αγαπούσε.
Παντρεύτηκα τον σημερινό άνδρα μου, και με αυτόν πράγματι έκανα παιδί. Μόνο που γεννήθηκε με καρδιακά προβλήματα, και έπασχε από μογγολισμό. Και πέθανε πολύ γρήγορα.
Ο δε άνδρας μου, μου είχε κρύψει όταν παντρευτήκαμε, ότι είχε 4 παιδιά από προηγούμενο γάμο, και μου το φανέρωσε αργότερα. Και σήμερα που ο άνδρας μου αυτός πέθανε, τα παιδιά του με καταδιώκουν για το σπίτι που μένω. Και κατάλαβα ότι πλήρωσα με όλα αυτά το κακό που έκανα στον άνδρα μου τον πρώτο".
8. Φονικά μουτζώματα
Η φίλη μου η Μ. μου διηγήθηκε το εξής περιστατικό:
"Ήμουν αρκετά μεγάλη όταν αποφάσισα να παντρευτώ. Ποτέ δεν είχα παντρευτεί προηγουμένως. Αλλά καθώς η ηλικία μου προχωρούσε, σκέφθηκα ότι θα ήταν καλό να βρω έναν σύντροφο, για να ενώσουμε τις συντάξεις μας, και να μπορούμε να ζούμε. Έτσι, παντρεύτηκα τον Κ., που ήταν καλός άνθρωπος.
Εγώ όμως, ήμουν συνηθισμένη να ζω μόνη μου, να μη δίνω λογαριασμό σε κανέναν, και να κάνω ό,τι θέλω. Και μου κακοφαινόταν που τώρα θα είχα να δώσω λόγο στον Κ.
Μια ημέρα, που ήμουν ξαπλωμένη στο δωμάτιό μου μόνη μου, κοιτούσα τη ντουλάπα, και σκεφτόμουν: "Αν είχα μονό κρεβάτι αντί γι' αυτό το διπλό, θα μπορούσα να μετακινήσω τη ντουλάπα εκεί, και τα άλλα έπιπλα έτσι, και πόσο ωραίο θα ήταν το δωμάτιο! Αλλά τώρα έχω τον Κ. και είμαι αναγκασμένη να έχω διπλό κρεβάτι. Αν πεθάνει, έτσι θα τα φτιάξω".
Αυτή η σκέψη που έκανα όμως, μου έγινε έμμονη ιδέα! Και από την ημέρα εκείνη και μετά, περίμενα πώς και πώς την ημέρα που θα πέθαινε ο Κ., και θα μου άδειαζε τη γωνιά, για να φτιάξω τα πάντα όπως μου αρέσει εμένα!
Οι μήνες περνούσαν, και φυσικά ο Κ. δεν πέθαινε! Και όσο εκείνος δεν πέθαινε, τόσο εγώ οργιζόμουν εναντίον του, και τον έβλεπα σαν εχθρό μου. Και μόνο που μου μιλούσε, θύμωνα, γιατί δεν... πεθαίνει να με αφήσει ήσυχη!
Μια ημέρα, βάφαμε το σπίτι οι δύο μας. Κι εγώ με το ζόρι τον ανεχόμουν να τον βλέπω. Και κάποια στιγμή, ήθελα να τον μουτζώσω, αλλά δεν ήθελα να με καταλάβει, γιατί βέβαια δεν είχα κανέναν λόγο να τον μουτζώσω. Απλώς εγώ ήμουν η παράξενη. Του γύρισα λοιπόν την πλάτη, και κατευθύνθηκα προς το μπαλκόνι. Αλλά είχα τα χέρια μου τεντωμένα κάτω, και τα δάχτυλά μου ανοιχτά, και στραμμένα προς τα πίσω, ώστε καθώς έβγαινα, να τον μουτζώνω χωρίς να με καταλάβει.
Ξαναμπήκα μέσα, και συνεχίσαμε το βάψιμο.
Κάποια στιγμή, ενώ ήμουν πάνω στη σκάλα, έχασα την ισορροπία μου και έπεσα. Και ενστικτωδώς έβαλα τα δύο μου χέρια για να φυλαχθώ και να μη σπάσω καμία λεκάνη από την πτώση. Παράλληλα, τη στιγμή που έπεφτα, έκανα μια έντονη σκέψη: "Τώρα ο Θεός θα με τιμωρήσει που μούτζωσα τον Κ.!" Και έπεσα.
Από την πρόσκρουση στο έδαφος, έσπασα και τα δύο μου χέρια, πάνω από τους καρπούς, που πριν από λίγο μούτζωσαν τον άνδρα μου. Και αναγκάστηκα να βάλω γύψο και στα δύο μου τα χέρια.
Για τρεις μήνες, δεν μπορούσα να πιάσω τίποτα. Δεν μπορούσα ούτε να φάω, ούτε να σκεπαστώ, ούτε να κατεβάσω το βρακί μου για να πάω στην τουαλέτα. Μόνο ο Κ. με τάιζε, με σκέπαζε, και με βοηθούσε κυριολεκτικά στο κάθε τι.
Και αυτούς τους τρεις μήνες, προσευχόμουν στον Θεό και έλεγα: "Θεέ μου, σ' ευχαριστώ που έχω αυτόν τον άνθρωπο και με βοηθάει σε όλα! Τι θα έκανα χωρίς αυτόν;"
Με τον Κ. μείναμε αγαπημένοι μέχρι τον θάνατό του, και προσευχόμασταν μαζί μέχρι που έφυγε για να συναντήσει τον Κύριο. Και τότε έκλαψα πραγματικά που τον έχασα!"