Γράφει ο Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ. Ιερεμίας
10 Kαι έτι ολίγον και ου μη υπάρξη ο αμαρτωλός, και ζητήσεις τον τόπον αυτού, και ου μη εύρης• 11οι δε πραείς κληρονομήσουσι γην και κατατρυφή-σουσιν επί πλήθει ειρήνης. 12Παρατηρήσεται ο αμαρτωλός τον δίκαιον και βρύξει επ’ αυτόν τους οδόντας αυτού• 13ο δε Κύριος εκγελάσεται αυτόν, ότι προβλέπει ότι ήξει η ημέρα αυτού. 14Ρομφαίαν εσπάσαντο οι αμαρτωλοί, ενέτειναν τόξον αυτών του καταβαλείν πτωχόν και πένητα, του σφάξαι τους ευθείς τη καρδία• 15η ρομφαία αυτών εισέλθοι εις τας καρδίας αυτών και τα τόξα αυτών συντριβείη.
16Κρείσσον ολίγον τω δικαίω υπέρ πλούτον αμαρτωλών πολύν• 17ότι βραχίονες αμαρτωλών συντριβήσονται, υποστηρίζει δε δικαίους ο Κύριος. 18Γινώσκει Κύριος τας οδούς των αμώμων, και η κληρονομία αυτών εις τον αιώνα έσται• 19 ου καταισχυνθήσονται εν καιρώ πονηρώ και εν ημέραις λιμού χορτασθήσονται. 20 Οτι οι αμαρτωλοί απολούνται, οι δε εχθροί του Κυρίου άμα τω δοξασθήναι αυτούς και υψωθήναι εκλείποντες ωσεί καπνός εξέλιπον. 21Δανείζεται ο αμαρτωλός και ουκ αποτίσει, ο δε δίκαιος οικτείρει και δίδωσιν•
22ότι οι ευλογούντες αυτόν κληρονομήσουσι γην, οι δε καταρώμενοι αυτόν εξολοθρευθήσονται. 23Παρά Κυρίου τα διαβήματα ανθρώπου κατευθύνεται, και την οδόν αυτού θελήσει σφόδρα• 24όταν πέση, ου καταρραχθήσεται, ότι Κύριος αντιστηρίζει χείρα αυτού. 25Νεώτερος εγενόμην και γαρ εγήρασα και ουκ είδον δίκαιον εγκαταλελειμμένον, ουδέ το σπέρμα αυτού ζητούν άρτους• 26όλην την ημέραν ελεεί και δανείζει ο δίκαιος, και το σπέρμα αυτού εις ευλογίαν έσται. 27 Εκκλινον από κακού και ποίησον αγαθόν και κατασκήνου εις αιώνα αιώνος• 28ότι Κύριος αγαπά κρίσιν και ουκ εγκαταλείψει τους οσίους αυτού, εις τον αιώνα φυλαχθήσονται• άνομοι δε εκδιωχθήσονται, και σπέρμα ασεβών εξολοθρευθήσεται. 29Δίκαιοι δε κληρονομήσουσι γην και κατασκηνώσουσιν εις αιώνα αιώνος επ’ αυτής.
30Στόμα δικαίου μελετήσει σοφίαν, και η γλώσσα αυτού λαλήσει κρίσιν. 31Ο νόμος του Θεού αυτού εν καρδία αυτού, και ουχ υποσκελισθήσεται τα διαβήματα αυτού. 32Κατανοεί ο αμαρτωλός τον δίκαιον και ζητεί του θανατώσαι αυτόν, 33ο δε Κύριος ου μη εγκαταλίπη αυτόν εις τας χείρας αυτού, ουδέ μη καταδικάσηται αυτόν, όταν κρίνηται αυτώ. 34Υπόμεινον τον Κύριον και φύλαξον την οδόν αυτού, και υψώσει σε του κατακληρονομήσαι γην• εν τω εξολοθρεύεσθαι αμαρτωλούς όψει. 35Είδον τον ασεβή υπερυψούμενον και επαιρόμενον ως τας κέδρους του Λιβάνου• 36και παρήλθον, και ιδού ουκ ην, και εζήτησα αυτόν, και ουχ ευρέθη ο τόπος αυτού. 37Φύλασσε ακακίαν και ίδε ευθύτητα, ότι εστίν εγκατάλειμμα ανθρώπω ειρηνικώ• 38οι δε παράνομοι εξολοθρευθήσονται επί το αυτό, τα εγκαταλείμματα των ασεβών εξολοθρευθήσονται. 39Σωτηρία δε των δικαίων παρά Κυρίου, και υπερασπιστής αυτών εστιν εν καιρώ θλίψεως, 40και βοηθήσει αυτοίς Κύριος και ρύσεται αυτούς και εξελείται αυτούς εξ αμαρτωλών και σώσει αυτούς, ότι ήλπισαν επ᾿ αυτόν.
1. Στο προηγούμενο άρθρο μας ερμηνεύσαμε με απλότητα τους εννέα πρω-τους στιχ. του ψαλμ. 36, ο οποίος ομιλεί για το θέμα της θεοδικίας. Πως, δη-λαδή, ο Θεός είναι δίκαιος, αφού βλέπουμε τον ασεβή να ευτυχεί και τον ευσεβή να δυστυχεί; Και είπε στους προηγούμενους στίχους στον ευσεβή ο ποιητής μας και σε όλους εμάς να μην δυσανασχετούμε από την κατάσταση αυτή, γιατί η ευτυχία των ασεβών είναι προσωρινή, αλλά να μένουμε σταθε-ροί στην πίστη μας στον Θεό. Εχει δε χαρά και «τρυφή» η ζωή με τον Θεό, ώστε ο ποιητής συμβουλεύει τον καθένα μας, «κατατρύφησον του Κυρίου» (στιχ. 4).
2. Το υπόλοιπο μέρος του ψαλμού είναι διαπλάτυνση των ιδίων θέσεων και όπως φαίνεται ο ποιητής μας ομιλεί σ’ αυτό και από την προσωπική του πείρα. Λέγει, λοιπόν, στην συνέχεια ο ποιητής μας ότι οι αμαρτωλοί και εχθροί του Θεού μόλις φαίνεται ότι δοξάζονται και υψώνονται, θα χαθούν και θα εξαφανιστούν σαν τον καπνό (στιχ. 20). Ακόμη και ο τόπος που στάθηκαν θα εξαφανιστεί και αυτός (στιχ. 10). Και πάλιν ο ποιητής λέγει παραστατικά από όσα ενθυμείται από τη ζωή του ότι πραγματικά είδε κάποτε και αυτός ασεβή να υψώνεται και να δοξάζεται σαν «τας κέδρους του Λιβάνου» (!). Αλλά λέγει στη συνέχεια, «πάλι πέρασα και δεν ήταν εκεί• τον αναζήτησα και δεν βρέθηκε ούτε ο τόπος του» (στιχ. 36)!
Αντίθετα η ζωή του δικαίου είναι υπό την προστασία του Κυρίου και η ευτυχία του θα είναι σταθερή και μόνιμη, γιατί «γινώσκει Κύριος τας οδούς των αμώμων και η κληρονομία αυτών εις αιώνα έσται» (στιχ. 18). Το «γινώσκει Κύριος» τους αμώμους σημαίνει ότι οι δίκαιοι είναι υπό τη μέριμνα και τη φροντίδα του Κυρίου.
Είναι αλήθεια και φαίνεται αυτό στη ζωή ότι ο δίκαιος αντιμετωπίζει κτυπή-ματα και δυσκολίες που τον κάνουν να ταράσσεται ακόμη και να «πέφτει». Αλλά και όταν «πέσει», δεν πέφτει για να συντριβεί, γιατί έχει κοντά του, πα-νω του, την κραταιά χείρα του Κυρίου, που θα τον σηκώσει ή που τον «στη-ρίζει» για να μην πέσει καν. Λέγει, λοιπόν, ο ποιητής μας για τον δίκαιο: «Οταν πέση, ου καταρραθήσεται, ότι Κύριος αντιστηρίζει χείρα αυτού» (στιχ. 24)!
3. Είναι αλήθεια, όπως και το βλέπουμε, ότι οι ασεβείς μισούν τους ευσεβείς, τα τέκνα του Θεού, «τρίζουν» τα δόντια τους εναντίον τους, όπως το λέγει εδώ παραστατικά ο ψαλμός μας. Ακόμη, όπως το λέγει πάλι ο ψαλμός μας, οι ασεβείς ανασύρουν και μαχαίρι, «του σφάξαι τους ευθείς τη καρδία» (στιχ. 12-14)!... Αλλά δεν πρόκειται να πετύχουν τίποτε εναντίον τους, γιατί τα σχε-δια των κακών τα εποπτεύει ο Κύριος και τα περιπαίζει («εκγελάσεται», στιχ. 13) και έχει ετοιμάσει γι’ αυτούς την «ημέρα» (στιχ. 13), κατά την οποία θα υποστούν οι ίδιοι αυτά που σχεδίαζαν κατά των ευσεβών (στιχ. 15).
Τελικά, λέγει ωραία ο ψαλμωδός μας, ο δίκαιος άνθρωπος που πιστεύει και ελπίζει στον Θεό δεν χάνεται ποτέ. Ποτέ στη ζωή του δεν είδε ο ποιητής μας δίκαιο να χάνεται και να δυστυχεί: «Νεώτερος εγενόμην και γαρ εγήρασα και ουκ είδον δίκαιον εγκαταλελειμμένον ουδέ το σπέρμα αυτού ζητείν άρτους» (στιχ. 25)!
Επομένως, δεν πρέπει να αμφιβάλουμε για τη δικαιοσύνη του Θεού, γιατί «Κύριος αγαπά κρίσιν και ουκ εγκαταλείψει τους οσίους αυτού» (στιχ. 28).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου